Το Ειδικό Δικαστήριο και η αμεροληψία των δικαστών

Από τις αρχές Σεπτεμβρίου διεξάγεται δίκη στο Ειδικό Δικαστήριο, με κατηγορούμενο τον πρώην αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης επί κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ Δημήτρη Παπαγγελόπουλο που έχει καταγγελθεί για παρεμβάσεις στο έργο συγκεκριμένων εισαγγελέων.

Η δίκη είναι απομεινάρι της μεγάλης δικογραφίας για την ενοχοποίηση των πολιτικών, χωρίς στοιχεία στην υπόθεση της Novartis, που πυροδότησε πολιτικές αντιπαραθέσεις, κατεγράφη ως μία μεγάλη σκευωρία, αλλά τελικά έκλεισε με απόφαση του Δικαστικού Συμβουλίου, στέλνοντας στο εδώλιο τον Παπαγγελόπουλο, μόνον για τις παρεμβάσεις του σε εισαγγελείς και την εισαγγελέα Ελένη Τουλουπάκη για ήσσονος σημασίας θέματα.


Οι παρεμβάσεις ενός υπουργού Δικαιοσύνης στο έργο εισαγγελικών λειτουργών, είναι χωρίς αμφιβολία, βαρύ θεσμικό θέμα. Το Ειδικό Δικαστήριο είναι εκείνο που θα αξιολογήσει, θα κρίνει και θα αποφασίσει. Όμως η όποια απόφαση εκδοθεί, προς το συμφέρον πρώτα των κατηγορουμένων οφείλει, να διαθέτει απολύτως τα εχέγγυα της αμεροληψίας των δικαστών. Να είναι τέτοια η θεσμική προσήλωση όσων δικάζουν και τέτοια η αντικειμενική αναζήτηση της αλήθειας, ώστε να μην μπορεί να υποστηριχθεί, όποια κι αν είναι η μελλοντική κατάληξη αυτής της δίκης, έστω και από κάποιους, ότι η απόφαση ήταν προϊόν άλλων προσεγγίσεων, όταν μάλιστα οι κατηγορούμενοι ανήκουν και οι δύο στο δικαστικό σώμα. Η Ελένη Τουλουπάκη είναι εν ενεργεία εισαγγελέας και ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος διετέλεσε επί χρόνια εισαγγελέας και μάλιστα σε κρίσιμες και νευραλγικές θέσεις.


Από την έναρξη της δίκης όμως, η Πρόεδρος του Ειδικού Δικαστηρίου Βασιλική Ηλιοπούλου, ανώτατη δικαστικός με εμπειρία και υψηλή νομική κατάρτιση, πολλές φορές έχει επικριθεί για τις ερωτήσεις της σε μάρτυρες, κυρίως εισαγγελικούς λειτουργούς που έχουν καταγγείλει τον Παπαγγελόπουλο, αλλά και άλλους που καταθέτουν όσα γνωρίζουν η υποστηρίζουν - και θα ελεγχθούν από το Δικαστήριο- κατά του δικαζόμενου πρώην υπουργού.


Η κυρία Πρόεδρος δίνει την εντύπωση,ότι αντιμετωπίζει μάρτυρες ως οιωνεί κατηγορούμενους, τους επιπλήττει για τον ένα η τον άλλο ισχυρισμό τους, ενώ στις ερωτήσεις της εμπεριέχονται υπαινιγμοί έντονης απαξίωσης τους, ενώ η διεύθυνση της όλης διαδικασίας εκ μέρους της ενίοτε προκαλεί αίσθηση.


Κάποιοι επιχειρώντας να ερμηνεύσουν τη στάση της Προέδρου διατείνονται, ότι βασική ευθύνη για το πως διευθύνει η Πρόεδρος τη δίκη, έχει η κυβέρνηση, η οποία το καλοκαίρι, πριν λίγους μήνες δηλαδή, χωρίς αντικειμενικό λόγο, παρέλειψε από τις προαγωγές ανώτατων δικαστικών για τις θέσεις των αντιπροέδρων στον Αρειο Πάγο, την κυρία Βασιλική Ηλιοπούλου, ενώ άλλοι δικαστές του Ειδικού Δικαστηρίου, αν και ακολουθούν στη δικαστική επετηρίδα την κυρία Ηλιοπούλου είναι πλέον αντιπρόεδροι του Αρείου Πάγου.


Όσοι υποστηρίζουν, ότι υπήρξε άδικη η παράλειψη της Προέδρου από τις προαγωγές, δεν αποκλείω να έχουν δίκιο. Ομως να αποδίδουν σε προσωπική πικρία τον τρόπο διεύθυνσης μιας δίκης ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου, θεωρώ, ότι είναι πραγματικά προβληματικός, ως ισχυρισμός.


Οι δικαστές όλων των βαθμίδων της δικαιοσύνης, πόσο μάλλον οι ανώτατοι, γνωρίζουν, ότι η αμεροληψία τους, βασικό στοιχείο απονομής της δικαιοσύνης, πρωτίστως, υπηρετεί το συμφέρον των κατηγορουμένων. Αυτοί υφίστανται τη βάσανο της δικαστικής κρίσης και απαιτούν η όποια απόφαση να μην αμφισβητείται, όταν μάλιστα είναι απόφαση απο ένα τόσο βαρύ δικαστικό σχηματισμό, όπως το Ειδικό Δικαστήριο.