ΚΑΙΡΟΣ

H δύσκολη εφηβεία του ελληνικού «me too»

Σε πολλές περιπτώσεις καταγγελιών, που εκ των πραγμάτων είναι δύσκολο να επιβεβαιωθούν, οι αρμόδιες δικαστικές αρχές, όπου έφθασαν οι σχετικές υποθέσεις για να κριθούν και να αξιολογηθούν, δεν τις αντιμετώπισαν, όπως θα έπρεπε.

Το «ελληνικό me too» aπέτυχε; Πολλοί είναι εκείνοι, που διατυπώνουν τέτοιους προβληματισμούς, μετά τις τελευταίες δικαστικές εξελίξεις για τον Δημήτρη Λιγνάδη και την κατάληξη άλλων σχετικών υποθέσεων. Κατά τη γνώμη μου, κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Απλά σε πολλές περιπτώσεις καταγγελιών, που εκ των πραγμάτων είναι δύσκολο να επιβεβαιωθούν, οι αρμόδιες δικαστικές αρχές, όπου έφθασαν οι σχετικές υποθέσεις για να κριθούν και να αξιολογηθούν, δεν τις αντιμετώπισαν, όπως θα έπρεπε.

Οι λόγοι πολλοί. Πέραν όλων των άλλων, και γιατί δικαστικοί σχηματισμοί, εισαγγελείς και δικαστές, που χειρίστηκαν η χειρίζονται τέτοιες υποθέσεις, δέχονται - χωρίς και οι ίδιοι ενίοτε να το συνειδητοποιούν- επηρεασμούς από το τσουνάμι, που συνήθως κατακλύζει σε αυτές τις περιπτώσεις τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και αντανακλάται πλέον και στην κάλυψη τους από μέσα μαζικής ενημέρωσης.

Οι παθογένειες της δικαιοσύνης, με την μη αξιολόγηση επί δεκαετίες δικαστικών λειτουργών, η διάβρωση της δικαστικής συνείδησης από φαινόμενα δημοσιουπαλληλικής νοοτροπίας, έχουν τροχίσει σιγά σιγά το σθένος δικαστών και εισαγγελέων.

Δεν είναι λίγες οι φορές, που δικαστικοί και εισαγγελείς, παρασύρονται από έναν ιδιότυπο δικαστικό λαϊκισμό, με ενέργειες και αποφάσεις που ελέγχονται είτε γιατί προσκρούουν στη νομιμότητα η ακόμα και στη λογική.

Δεν είναι δυνατόν, για παράδειγμα, σε υποθέσεις, όπως αυτές για τις σεξουαλικές κακοποιήσεις, δικαστικοί να μην επιβάλλονται με το κύρος τους, όχι με κούφιες αυστηρότητες, εξασφαλίζοντας μια ήρεμη διαδικασία που συμβάλει στην αντικειμενική και σε βάθος διερεύνηση των όσων έχουν καταγγελθεί. Η μεταφορά μέσα στη δικαστική αίθουσα εξωδικαστικών πρακτικών, αντιπαραθέσεων, δεν βοηθούν στην αναζήτηση της αλήθειας, που πρέπει να γίνεται σε κλίμα ηρεμίας. Τα δικαστήρια, δεν είναι δυνατόν να μετατρέπονται σε ρινγκ, ούτε να μεταβάλλονται σε χοάνες, όπου προσεγγίσεις εκτός των δεδομένων μιας υπόθεσης, μπορούν να έχουν θέση.

Γιατί αλλιώς, πολλές αποφάσεις θα δημιουργούν, όλο και πιο συχνά προβληματισμούς, πολλές θα είναι άστοχες και εσφαλμένες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για ένα κράτος δικαίου που όσο περνάει ο καιρός, όλο και περισσότερο ακροβατεί σε σχοινιά, που κανένας δεν είναι εύκολο να προβλέψει, πόσο θα κρατήσουν.

Και για να επανέλθω στο αρχικό ερώτημα. Εχει αποτύχει το ελληνικό «me too»; Το κίνημα κατά των σεξουαλικών κακοποιήσεων,όχι, δεν έχει αποτύχει. Γιατί βασίζεται πάνω σε ανομολόγητες αλήθειες, που ζητούν να βγουν από τη λήθη και απο το σκοτάδι. Είναι όμως ένα κίνημα, που βρίσκεται ακόμα σε παιδική ηλικία, και τώρα αρχίζει σιγά σιγά να ενηλικιώνεται. Η δικαιοσύνη, αλλά και τα Μέσα Ενημέρωσης, οφείλουν να βοηθήσουν, ώστε το κίνημα κατά της σεξουαλικής κακοποίησης να μεγαλώσει σωστά. Πρώτα για τα ίδια τα θύματα, την προστασία τους και την κοινωνία, που κρύβει αθέατες πλευρές, πολύ σκοτεινές και πολύ απάνθρωπες. Για να μην εμπλακεί το κίνημα κατά των σεξουαλικών κακοποιήσεων, σε άλλες σκοπιμότητες, γιατί γρήγορα, έτσι θα εκφυλιστεί και θα τότε πράγματι θα αποτύχει...