Ένα από τα μεγάλα «επιτεύγματα» της σημερινής κυβέρνησης, για το οποίο παινεύεται συνεχώς, είναι η Συμφωνία των Πρεσπών. Η κυβέρνηση, ο πρωθυπουργός, αλλά και ο αποχωρήσας υπουργός εξωτερικών κ. Κοτζιάς, προσπαθούν να πείσουν τον ελληνικό λαό ότι έλυσαν, με τον επωφελέστερο τρόπο, ένα πρόβλημα δεκαετιών και ότι η συγκεκριμένη συμφωνία θα παραμείνει με χρυσά γράμματα στην ιστορία.
Όμως, από τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης αποκομίζουμε το εξής συμπέρασμα: Ή ότι οι κυβερνώντες είναι άσχετοι μέχρι του σημείου να γίνονται επικίνδυνοι ή ότι εν γνώσει τους μας εμπαίζουν, εξυπηρετώντας κάποια άλλα συμφέροντα. Και αυτό γιατί, όπως θα δούμε στη συνέχεια, σε όλες οι συνθήκες που υπογράφησαν από την απελευθέρωση της Ελλάδος μέχρι πρόσφατα, ο ισχυρός ή ο νικητής κέρδιζε εδαφικά, ενώ αντίστοιχα ο αδύναμος ή ο ηττημένος παραχωρούσε. Στην περίπτωση όμως των Πρεσπών, η Ελλάδα είναι το ισχυρό μέρος και έχει το δίκαιο με το μέρος της, ενώ τα Σκόπια είναι ο αδύναμος κρίκος, αντιμετωπίζει το φάσμα της διάλυσης, επιθυμεί να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και καπηλεύεται την ιστορία μας. Και η ελληνική κυβέρνηση αντί να απαιτήσει, παραχωρεί. Ορμώμενοι, λοιπόν, από αυτό το γεγονός ας επιχειρήσουμε μια αναδρομή στις Συνθήκες που καθόρισαν τη γέννηση και την εδαφική επέκταση της σύγχρονης Ελλάδας:
Πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830, γνωστό και ως Πρωτόκολλο της ανεξαρτησίας του Ελληνικού κράτους. Υπογράφηκε από την Αγγλία, τη Γαλλία και τη Ρωσία (Εγγυήτριες Δυνάμεις) στις 3 Φεβρουαρίου 1830 και αναγνώριζε την Ελλάδα ως κυρίαρχο και ανεξάρτητο κράτος, με βόρεια σύνορα τη γραμμή που όριζαν οι ποταμοί Αχελώος και Σπερχειός, ενώ τελικά στην ελληνική επικράτεια εντάσσονταν οι Σποράδες και η Αμοργός. Πρώτος κυβερνήτης του νεοσύστατου κράτους υπήρξε ο Ιωάννης Καποδίστριας, ενώ ως πολίτευμα ορίστηκε η μοναρχία, με τις συμβαλλόμενες χώρες να επιλέξουν τον μονάρχη.
Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης. Είναι ο τελικός διακανονισμός που υπογράφηκε στην Κωνσταντινούπολη, μεταξύ της Ελλάδας και από κοινού των Εγγυητριών Δυνάμεων και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στις 21 Ιουλίου 1832. Σύμφωνα με τη Συνθήκη, η Οθωμανική Αυτοκρατορία αναγνώριζε την ανεξαρτησία του ελληνικού κράτους και όριζε ως βόρειο σύνορό του τη γραμμή Παγασητικός - Αμβρακικός. Με την υπογραφή της Συνθήκης το νέο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος είχε έκταση 47.516 τετραγωνικά χιλιόμετρα και πληθυσμό 750.000 κατοίκους.
Συνθήκη Ένωσης των Επτανήσων με την Ελλάδα. Υπογράφηκε στις 17 Μαρτίου 1864, μεταξύ της Ελλάδας και των τριών Μεγάλων Δυνάμεων, δηλαδή της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας. Σύμφωνα με αυτήν η Αγγλία, υπό την κυριαρχία της οποίας ήταν τα Επτάνησα, παραιτείτο από κάθε δικαίωμα και τα Επτάνησα ενώνονταν με την Ελλάδα. Οι όροι που προβλέπονταν από τη Συνθήκη ήταν η έλευση του Πρίγκιπα της Δανίας Γεωργίου, ως βασιλιά της Ελλάδας και, κατά συνέπεια η έξωση του Όθωνα, η καταβολή ετήσιας βασιλικής χορηγίας ύψους 10.000 στερλινών και η αποζημίωση των Άγγλων που εργάζονταν στις υπηρεσίες της Ιόνιας Πολιτείας και έχαναν τις θέσεις τους.
Συνθήκη του Βερολίνου. Έλαβε χώρα μεταξύ 13 Ιουνίου και 13 Ιουλίου 1878 και κατήργησε την προηγούμενη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, που προέβλεπε τη δημιουργία της Μεγάλης Βουλγαρίας. Μεταξύ των άλλων, εκχωρούσε αυτονομία στη βόρεια Θράκη, δηλαδή στην Ανατολική Ρωμυλία, αυτονομία στην Κρήτη, υπό την επικυριαρχία του σουλτάνου, ενώ η Αγγλία διεκδικούσε την Κύπρο από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Επίσης προέβλεπε, αόριστα, την εδαφική επέκταση του Ελληνικού κράτους σε Θεσσαλία και Ήπειρο, με απευθείας συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Συμφωνία της Κωνσταντινούπολης. Συμφωνία μεταξύ Ελλάδος και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που συνομολογήθηκε στις 28 Μαρτίου 1881και επικυρώθηκε με ιδιαίτερη Σύμβαση στις 2 Ιουλίου 1881. Με βάση αυτή την Συμφωνία παραχωρήθηκαν στο Ελληνικό Βασίλειο οι περιοχές της Θεσσαλίας και τμήμα του Νομού Άρτας, νότια του ποταμού Άραχθου. Με τη Συμφωνία η Ελλάδα αναλάμβανε την υποχρέωση να αποζημιώσει τις τουρκικές περιουσίες όλων των κατοίκων της εν λόγω περιοχής, ενώ η έκταση της χώρας μας ανήλθε στα 64.790 τετραγωνικά χιλιόμετρα.
Συνθήκη του Λονδίνου. Υπεγράφη στις 30 Μαΐου 1913, μεταξύ των Βαλκανικών Συμμάχων αφενός, δηλαδή της Ελλάδας, Σερβίας, Βουλγαρίας και Μαυροβουνίου και αφετέρου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Συνθήκη εκχωρούσε στους νικητές τα εδάφη δυτικά της γραμμής Αίνου – Μηδείας, εκτός της Αλβανίας, η οποία ανακηρυσσόταν ως ανεξάρτητη Ηγεμονία. Η Συνθήκη του Λονδίνου τερμάτισε τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο, επειδή όμως δεν μοίραζε τα εδάφη μεταξύ των συμμάχων, οδήγησε στον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο.
Συνθήκη του Βουκουρεστίου. Συνομολογήθηκε στις 10 Αυγούστου 1913, μεταξύ των Βασιλείων της Ελλάδας, της Ρουμανίας, της Σερβίας και του Μαυροβουνίου αφενός και αφετέρου της Βουλγαρίας. Με τη Συνθήκη έληγε ο Β΄ Βαλκανικός Πόλεμος και γινόταν η διανομή των εδαφών που είχαν προκύψει από τη Συνθήκη του Λονδίνου. Με την παραπάνω Συνθήκη η Ελλάδα έλαβε τη σημερινή περιοχή της Μακεδονίας, συμπεριλαμβανομένης της Θεσσαλονίκης και της Ηπείρου, ενώ τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα ορίστηκαν πέρα από την Καβάλα. Επίσης, εκχωρήθηκε στη Ελλάδα η Κρήτη και τα νησιά του Αιγαίου, πλην Δωδεκανήσων, που ήταν υπό Ιταλική κατοχή. Με τη Συνθήκη, το έδαφος της Ελλάδας αυξήθηκε σε 108.610 τετραγωνικά χιλιόμετρα και ο πληθυσμός της σε 4.363.000 κατοίκους.
Συνθήκη της Λοζάνης. Υπογράφηκε στις 24 Ιουλίου 1923 από την Ελλάδα, την Τουρκία και τις άλλες χώρες που πολέμησαν στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στην Μικρασιατική εκστρατεία. Θεωρείται η ταφόπλακα των οραμάτων του ελληνισμού για την εδαφική ολοκλήρωση, αφού λόγω της Μικρασιατικής καταστροφής αναθεωρήθηκε η μηδέποτε εφαρμοσθείσα Συνθήκη των Σεβρών, που δημιουργούσε τη Μεγάλη Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών. Στην Τουρκία εκχωρήθηκε η Ανατολική Θράκη, και τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος. Στην Ελλάδα αποδόθηκε η Δυτική Θράκη ενώ έλαβε χώρα και ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Από την ανταλλαγή εξαιρέθηκαν οι 125.000 μόνιμοι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης, των Πριγκηπονήσων και των περιχώρων και οι 6.000 κάτοικοι της Ίμβρου και της Τενέδου, ενώ από την άλλη πλευρά στην Ελλάδα παρέμειναν οι 110.000 κάτοικοι της Δυτικής Θράκης, χαρακτηριζόμενοι ως μουσουλμανική μειονότητα. Επίσης στην Κωνσταντινούπολη παρέμεινε το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Συνθήκη των Παρισίων. Υπογράφηκε στις 10 Φεβρουαρίου 1947, μεταξύ των συμμαχικών χωρών που ήταν νικήτριες στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και της ηττημένης Ιταλίας. Με τη Συνθήκη παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα τα Δωδεκάνησα ονομαστικά, δηλαδή η Αστυπάλαια, Ρόδος, Χάλκη, Κάρπαθος, Κάσος, Τήλος, Νίσυρος, Κάλυμνος, Λέρος, Πάτμος, Λειψοί, Σύμη, Κως και Καστελλόριζο και οι παρακείμενες νησίδες, που βρίσκονταν υπό Ιταλική κατοχή. Με την παραπάνω Συνθήκη, η οποία είναι και η τελευταία, οριστικοποιήθηκαν τα όρια της χώρας μας.
Κλείνοντας λοιπόν, θα πρέπει να αναλογιστούμε ποιοι είναι οι λόγοι που ώθησαν την κυβέρνηση να παραχωρήσει γλώσσα και εθνικότητα στους γείτονες. Γιατί όπως γίνεται αντιληπτό από τα παραπάνω, ο ισχυρός επιβάλει τους όρους του. Και ο αδύναμος τους δέχεται, προκειμένου να εξασφαλίσει αυτό που επιθυμεί. Έτσι λοιπόν και η Ελλάδα, θα έπρεπε να απαιτήσει τη διασφάλιση των δικαιωμάτων της, προκειμένου να προχωρήσει στην υπογραφή της Συμφωνίας και να συναινέσει στην είσοδο των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ. Όλα τα υπόλοιπα είναι φθηνές δικαιολογίες της κυβέρνησης, οι οποίες δεν γίνονται πιστευτές από τον ελληνικό λαό.
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.