του Στέφανου Νικολαΐδη
Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι το «ΟΧΙ» της 28ης Οκτωβρίου του 1940 αποτελεί την κορυφαία στιγμή της Σύγχρονης Ιστορίας των Ελλήνων;
Η απάντηση είναι: αναμφίβολα ΝΑΙ. Γιατί πολύ απλά το έπος του '40 βασίστηκε στο παράδοξο, κυρίως για δυο λόγους. Αφενός διότι οι τότε σύμμαχοί μας οι Βρετανοί δεν είχαν υπογράψει ποτέ καμία συμφωνία στρατιωτικής βοήθειας προς την Ελλάδα, αφετέρου διότι κανείς δεν πίστευε ότι η Ελλάδα θα νικούσε.
Έτσι λοιπόν, 84 χρόνια αργότερα, εγείρεται το εξής ερώτημα: σήμερα το μήνυμα της Εθνικής Επετείου υφίσταται ακόμα στη μέση Ελληνίδα και στον μέσο Έλληνα πολίτη; Με άλλα λόγια, τι είναι αυτό που σηματοδοτεί τη σήμερον ημέρα αυτό το «ΟΧΙ»; Θα λεγόταν και σήμερα ή μήπως θα το «ζυγίζαμε» διαφορετικά; Υπάρχουν το 2024 ηγέτες στη διεθνή σκηνή που ταυτίζονται ιδεολογικά ως προς τις επιθυμίες και τις φιλοδοξίες τους με τον Άξονα της εποχής; Και προπαντός, τι κοσμοθεωρία κρύβεται διαχρονικά πίσω από μια τόσο μικρή λέξη;
Απαντήσεις για αυτές και άλλες πολλές καίριες πτυχές δίνουν μιλώντας στο skai.gr ο Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Γενεύης Μελέτης Μελετόπουλος, ο Ιστορικός και Σύμβουλος Πολιτικής Ανάλυσης Γιάννης Χαραλαμπίδης και ο Διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας του Πανεπιστημίου Νεάπολις Πάφου Ιωάννης Δασκαρόλης.
Μελετόπουλος: Αν δεν υπήρχαν τα «ΟΧΙ» διαχρονικά, τότε ούτε η Ελλάδα θα υπήρχε
Δίνοντας τη δική του οπτική στον απόηχο του έπος του '40 στην ελληνική κοινωνία της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, ο ιστορικός καθηγητής Μελέτης Μελετόπουλος είναι σαφής και κατηγορηματικός:
«Ο ελληνικός λαός οσάκις αντιμετώπιζε μέχρι σήμερα πρόκληση και απειλή εξωτερική, αντέδρασε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο με το 1940. Στα Ίμια όταν παρουσιάστηκα και ζήτησα να τοποθετηθώ στην πρώτη γραμμή του πυρός, η απάντηση που πήρα ήταν "δεν έχουμε πού να σας βάλουμε, γιατί σας έχουν προλάβει άλλοι". Αντίστοιχα την άνοιξη του 2020 όταν είχαμε τη μαζική εισβολή παράνομων μεταναστών στον Έβρο, έφευγαν από την Πελοπόννησο και την Κρήτη για να ενταχθούν στην Πολιτοφυλακή».
Ωστόσο, όπως λέει, η αντίδραση της πολιτικής ηγεσίας αποτελεί ένα άλλο θέμα όπου δεν μπορεί κανένας να κάνει ασφαλείς προβλέψεις. «Το 1940 ο Μεταξάς είπε το "ΟΧΙ" έχοντας πίσω του έναν λαό που όλος μαζί ανέμενε και συντάχθηκε πίσω από αυτό το "ΟΧΙ"», μας επισημαίνει ο κ. Μελετόπουλος, εκτιμώντας ότι «δεν υπήρχε καμία περίπτωση ο Μεταξάς να έπραττε διαφορετικά, καθώς η ίδια η κοινωνία θα βρισκόταν απέναντι και έτοιμη να αντισταθεί». Επομένως, καταλήγει, αυτό που έκανε ο τότε Έλληνας πρωθυπουργός ήταν να κωδικοποιήσει τη βούληση του λαού.
«Σήμερα θεωρώ ότι όποια κυβέρνηση και να βρίσκεται στην εξουσία, θα ανταποκριθεί σε αυτό. Δεν διανοούμαι δηλαδή ότι η Ελλάδα θα δεχτεί επίθεση με οποιονδήποτε τρόπο και θα υπάρξει ηγεσία που δεν θα απαντήσει άμεσα και ακαριαία».
Παράλληλα, θέλησε να χαρακτηρίσει το «ΟΧΙ» ως κοσμοθεωρία, υπογραμμίζοντας ότι «αν δεν υπήρχαν τα "ΟΧΙ" διαχρονικά, τότε ούτε η Ελλάδα θα υπήρχε σήμερα. «Εκτός των Ιταλών, όχι είπαμε και στους Πέρσες, στους Άραβες, στους Τούρκους. Εάν είχαμε παραπέμψει τις διαφορές μας με τον Ξέρξη σε ομάδα διαπραγματευτών και διεθνή δικαστήρια, δεν θα υπήρχαμε. Ο μόνος λόγος που υπάρχουμε έως τώρα είναι γιατί διαχρονικά επιδείξαμε αδιαλλαξία στο ζήτημα της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας μας. Αυτή ακριβώς η στάση μας εξασφάλισε και την επιβίωσή μας».
Σε ερώτηση για το κατά πόσο σήμερα ευνοεί τη χώρα η σύναψη συμμαχιών σε επίπεδο ισχύος και χρόνου σε σχέση με τότε, απαντά ότι η Ελλάδα δεν κινδυνεύει σε καμία περίπτωση από την Τουρκία, καθώς διαθέτει ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις με πλήρη εξοπλισμό.
«Η Ελλάδα είναι μέλος του NATO, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΟΗΕ, συγκεκριμένο άρθρο του οποίου προστατεύει τα μέλη του από εξωτερική επίθεση. Αν οι Τούρκοι επιτεθούν, αυτό που θα πάθουν θα είναι 10 φορές χειρότερο από αυτό που έπαθε η Ρωσία επιτιθέμενη στην Ουκρανία. Θα υποστούν συντριπτική ήττα κι όχι απλή εμπλοκή χωρίς τέλος», σημειώνει χαρακτηριστικά, για να συμπληρώσει:
«Νομίζω το πρόβλημα η Ελλάδα δεν το έχει ούτε στην αμυντική της ικανότητα ούτε στο φρόνημα του λαού. Το πρόβλημα είναι όταν κάποιος έχει μια διπλωματική τακτική που δίνει λάθος μήνυμα στην άλλη πλευρά, δηλαδή κατευνασμό και φοβικότητα ως απάντηση στον επεκτατισμό. Γιατί να μην αντιτείνουμε κι εμείς τις δικές μας απαιτήσεις, που είναι όμως νόμιμες κι όχι παράνομες και αυθαίρετες; Δεν μιλάμε φυσικά για ανακατάληψη της Μικράς Ασίας, αλλά για εφαρμογή του άρθρου 14 της Συνθήκης της Λωζάννης, που προβλέπει αυτονομία σε Ίμβρο και Τένεδο. Μιλάμε για αποζημιώσεις στους Έλληνες για τα Σεπτεμβριανά του 1955, μιλάμε για εκκένωση της βόρειας κατεχόμενης Κύπρου».
Κλείνοντας, ερωτηθείς για το αν υπάρχουν σήμερα ηγέτες κρατών που ταυτίζονται με τους ηγέτες του τότε, αναφέρεται στο παράδειγμα του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στον οποίον σε επίπεδο ρητορικής διακρίνει μια «απίστευτη ομοιότητα με τον Μουσολίνι» όπως λέει. «Η αλαζονεία, η προβολή μιας φαντασιακής ισχύος και κυρίως η απόλυτη βεβαιότητα για επικράτηση είναι η πιο ασφαλής μέθοδος για απόλυτη αποτυχία. Και αυτό συνέβη με τους Ιταλούς το 1940», καταλήγει.
Χαραλαμπίδης: Έπρεπε να αποφασίσουμε αν θα παίρναμε το τρένο της Ιστορίας ή αν θα το αφήναμε να μας πατήσει
Από την πλευρά του, ο Γιάννης Χαραλαμπίδης υποστηρίζει ότι η απόφαση του Ιωάννη Μεταξά για «ΟΧΙ» ήταν πολύ περισσότερο ορθολογική παρά συναισθηματική, όπως προκύπτει από τις ιστορικές καταγραφές, και εξηγείται:
«Η σκέψη αυτή τον είχε βασανίσει πολύ πριν την 28η Οκτωβρίου. Ο Μεταξάς είχε βιώσει Εθνικό Διχασμό, Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και Μικρασιατική Καταστροφή, άρα δεν επιθυμούσε μια Ελλάδα εκ νέου διχασμένη και κομμένη στα δύο. Η χώρα εκείνη τη στιγμή έπρεπε να αποφασίσει αν θα έπαιρνε το τρένο της Ιστορίας ή αν θα το άφηνε να την πατήσει. Επομένως, δεν υπήρχε καμία περίπτωση η Ελλάδα να πάει κόντρα στη Μεγάλη Βρετανία, η οποία ήταν η κυρίαρχη ναυτική δύναμη στον κόσμο και δη στη Μεσόγειο».
«Έχουμε συνηθίσει τη χώρα ως μέλος υπερεθνικών μπλοκ όπως ΝΑΤΟ και ΟΗΕ. Δεν μπορούμε να σκεφτούμε μια Ελλάδα εντελώς μόνη», σημειώνει στη συνέχεια, διευκρινίζοντας ότι η Ελλάδα του 2024 είναι εντελώς διαφορετική από την Ελλάδα του 1940.
«Ίσως η ΕΕ και το ΝΑΤΟ να μην έρθουν να μας "σώσουν" σε περίπτωση σύρραξης με την Τουρκία, αλλά πλέον σίγουρα είναι πάρα πολύ δύσκολο να αντιληφθεί κανείς μια Ελλάδα έξω από αυτές τις συμμαχίες. Θυμηθείτε ότι είμαστε μέλος του ΝΑΤΟ από τη δεκαετία του '50 και παράλληλα το 10ο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε σύνολο 27 χωρών, δηλαδή από τους παλιούς. Το "ανήκομεν εις τη Δύση" του Κωνσταντίνου Καραμανλή μπορεί να ειπώθηκε πριν πολλά χρόνια, ωστόσο δίνει πλέον στην Ελλάδα ιδιαίτερο gravitas, και μάλιστα δυσανάλογο του μεγέθους μας. Αρκεί να αξιοποιηθεί σωστά».
Συγκρίνοντας το τότε με το τώρα, υπενθυμίζει ότι την 28η Οκτωβρίου η χώρα ήταν μόνη της και είχε απέναντι έναν πολύ ισχυρότερο αντίπαλο που της ζητούσε υποταγή, ενώ σήμερα αυτό έχει πολύ λιγότερες αντιστοιχίες σε σχέση με το Ελλάδα-Τουρκία. «Η Τουρκία μπορεί να είναι ποσοτικά μεγαλύτερη, αλλά μέχρι εκεί. Η Ελλάδα έχει μια από τις κορυφαίες αεροπορίες στον κόσμο που μπορεί να συγκριθεί μόνο με τις 10 καλύτερες του πλανήτη σε ισχύ, άρα είναι προφανές ότι μιλάμε από άλλο σημείο».
Προσωπικά θεωρεί «αδύνατον» να ξαναβρεθούμε στο '40, αφού είναι πολύ μεγάλη η διαδρομή από τότε μέχρι σήμερα, πράγμα που όπως λέει καθιστά το «ΟΧΙ» ακόμα πιο ανεπανάληπτη ιστορική στιγμή.
Ωστόσο, ο ίδιος θεωρεί πως δεν αρκούν από μόνες τους οι συμμαχίες. «Έρχεται κάποια στιγμή που όπως λέει ο Καβάφης καλείσαι να πεις το μεγάλο ναι και το μεγάλο όχι. Σε όσο πιο πλεονεκτική θέση βρίσκεσαι, τόσο πιο επαίσχυντο φαντάζει το ναι και τόσο πιο επιβεβλημένο το όχι. Κατά τη γνώμη μου, είναι θέμα πολιτικής βούλησης, έχει να κάνει με το αν διαθέτεις πλεόνασμα προσωπικής δύναμης».
Παράλληλα, εκτιμά πως η νεότερη Ελλάδα έκανε «εγκαίνια» το 1940. «Η χώρα που ζούμε σήμερα ουσιαστικά δημιουργήθηκε το 1923 και το "ΟΧΙ" του 1940 αποτέλεσε την πρώτη στιγμή συλλογικής ενότητας των Ελλήνων στο επίπεδο του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Μην ξεχνάμε ότι το '40 ήταν η στιγμή που ενηλικιωνόταν η πρώτη γενιά των προσφύγων που ήρθαν παιδιά. Η στιγμή που στο μέτωπο της Αλβανίας ενώνονταν οι Έλληνες της παλιάς Ελλάδας με τους Έλληνες του προσφυγικού ξεριζωμού. Όλες αυτές οι κοινωνικές νησίδες ήρθαν να ενωθούν μέσα από την πολεμική εμπειρία».
Δεν είναι διόλου τυχαίο, λέει, αυτό το οποίο γράφει ο Γιώργος Θεοτοκάς ανήμερα της 28ης Οκτωβρίου παρατηρώντας τον κόσμο ότι "εκείνη τη στιγμή συνετελέσθη μια τέλεια εθνική ενότητα". «Ο κόσμος τότε βρισκόταν σε άλλο μήκος κύματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι έπεφταν βόμβες στον Πειραιά και οι άνθρωποι γιόρταζαν στους δρόμους κυματίζοντας ελληνικές σημαίες».
Κλείνοντας, υποστηρίζει πως για όλους αυτούς τους λόγους το παράδειγμα της 28ης Οκτωβρίου θα συνεχίσει να ζει, ίσως περισσότερο ως «αρχετυπική υπόμνηση» μιας χώρας που ξέρει τα όριά της, αλλά και τις δυνατότητές της. Κυρίως όμως, ενός Έθνους που συχνά δείχνει κουρασμένο, αλλά μπορεί συχνά να ξεπερνά τον κακό εαυτό του και να δείχνει στον κόσμο πώς γράφεται η Ιστορία.
Δασκαρόλης: Το «ΟΧΙ» είχε αναμφίβολα ηρωικό χαρακτήρα και ήταν κόντρα στο ρεύμα
Σύμφωνα με τον Ιωάννη Δασκαρόλη, το «ΟΧΙ» μπορεί να ειπώθηκε το βράδυ της 27ης προς 28η Οκτωβρίου, όμως στην πραγματικότητα ήταν προετοιμασμένο εδώ και πολύ καιρό και συγκεκριμένα είχε ήδη αποφασιστεί από τον Απρίλιο του 1939, με παρότρυνση από τον βασιλιά Γεώργιο Β'.
Περιγράφοντας το ιστορικό πλαίσιο της εποχής, ο κ. Δασκαρόλης επισημαίνει πως εκείνη την περίοδο οι Ιταλοί είχαν φοβερή υπεροχή στο ναυτικό και για αυτό η ελληνική πλευρά φοβόταν μη γίνει κάποια απόβαση που δεν θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί. «Βέβαια ήταν κι ο Μεταξάς ικανός σε επίπεδο διαχείρισης και διοίκησης, ασχέτως τι λέγεται. Άλλωστε αυτό είναι κάτι που αποδείχθηκε στη συνέχεια, για αυτό και διατήρησε τη θέση του στην πρωθυπουργία».
Αναφερθείς στη σημασία του «ΟΧΙ», αναφέρει ότι είχε αναμφίβολα ηρωικό χαρακτήρα και ήταν κόντρα στο ρεύμα της τότε εποχής. «Όλη η Ευρώπη είχε καταληφθεί από τους Γερμανούς, η Γαλλία είχε πέσει, η Σοβιετική Ένωση δεν είχε κηρύξει πόλεμο ακόμα και η Αμερική δεν είχε μπει, συνεπώς ήταν μόνη της η Βρετανία. Εμείς λόγω της γεωγραφικής μας θέσης τηρούσαμε απόλυτη ουδετερότητα απέναντι στις διεθνείς εξελίξεις μέχρι εκείνη τη στιγμή, όμως ο λαός μας είχε συγκινηθεί πάρα πολύ από το άδικο, μπορούμε να πούμε ότι κινητοποιήθηκε από τη λαχτάρα αντιμετώπισής του».
Ο ίδιος μάλιστα αποδίδει κοινωνικά χαρακτηριστικά στην ελληνική απάντηση στο τελεσίγραφο των Ιταλών την 28η Οκτωβρίου, τονίζοντας:
«Η ελληνική κοινωνία του Μεσοπολέμου ήταν μια κοινωνία αγροτική και σκληροτράχηλη, αλλά ταυτόχρονα πολύ φτωχή, όπου ο μέσος πολίτης έβγαζε 100 δράμια ψωμί για να φάνε οι γύρω του. Επομένως δεν είχε την παραμικρή προσδοκία και το μόνο που της είχε απομείνει ήταν η τιμή και το όνομά της. Καμία σχέση με το σήμερα όπου κυριαρχούν τα υλικά αγαθά».
«Για αυτό λοιπόν», συνεχίζει, «μια σημερινή απειλή από την Τουρκία στην πραγματικότητα απειλεί αυτήν ακριβώς την ευμάρεια που έχεις από πίσω και που τότε δεν υπήρχε. Η αλήθεια είναι ότι η κοινωνία είναι πιο χορτάτη και πιο δύσκολα θα εγκατέλειπε κάτι τέτοιο.
Σε ερώτηση για το αν αυτού του είδους η ευμάρεια μπορεί να οδηγήσει σε χαλάρωση των ηθικών φραγμών της κοινωνίας, απαντά πως αυτό το έχει πει ο Δημόκριτος από τους προσωκρατικούς χρόνους. «Πράγματι όσο περισσότερα τα υλικά αγαθά, τόσο χαλαρότερος ο ηθικός κώδικας. Παρόλα αυτά, ακόμα και σήμερα ο Έλληνας μπορεί να σε εκπλήξει, να τα απαρνηθεί όλα αυτά και να πει το «ΟΧΙ» σε περίπτωση κάποιου απρόσμενου συμβάντος. Διότι έχει το φιλότιμο που υπερνικά τα πάντα».
Παράλληλα, σχολιάζει ότι η απόφαση σε επίπεδο πολιτικής ηγεσίας θα πρέπει να είναι ορθολογική, καθώς πλέον οι πόλεμοι έχουν και το ηθικό στοιχείο μέσω της επικοινωνίας, επικαλούμενος το σημερινό παράδειγμα του Ισραήλ, το οποίο «ναι μεν νικά, αλλά αλλά δέχεται τεράστια ηθικά πλήγματα μέσω social media».
«Κακά τα ψέματα, σήμερα ένας ορθολογιστής ιδιώτης ίσως και να επέλεγε το "ΝΑΙ" με την Τουρκία, υπάρχει όμως ένα βασικό πρόβλημα: ότι η άλλη πλευρά μετά θα ζητά κι άλλα χωρίς να σταματήσει ποτέ».
Σε ερώτηση για το αν υπάρχουν μειοδότες τη σημερινή εποχή, ο ίδιος είναι κατηγορηματικός, απαντώντας αρνητικά. «Όποιος και αν ανέβει στην εξουσία, οποιασδήποτε απόχρωσης, δεν θα πρόδιδε ποτέ την πατρίδα του, διότι πολύ απλά όταν απειλούν κάτι δικό σου, εξανίστασαι σαν άνθρωπος απέναντι στην αδικία. Δεν είναι πια θέμα ιδεολογίας ή εθνικισμού».
Στο τέλος της μέρας, όπως σημειώνει, έρχεται μια κρίσιμη στιγμή που αναμετράσαι με τον εαυτό σου. «Κάποιες στιγμές στη ζωή σου έρχεσαι αντιμέτωπος με ηθικά διλήμματα και κάθε απάντηση έχει τις δικές της επιπτώσεις. Πόσω μάλλον σε μια εποχή όπως τώρα που η κοινωνία σού επιβάλλει ουκ ολίγες φορές το "ΝΑΙ" του συμβιβασμού. Είναι θέμα συνείδησης», επισημαίνει, για να κλείσει λέγοντας:
«Οι συνθήκες σε όλες τις ιστορικές περιόδους είναι πολύ διαφορετικές. Όμως αυτό που μένει αναλλοίωτο είναι η ανθρώπινη επιλογή ενώπιον ενός διλήμματος, όπου όποια απόφαση και να πάρεις έχει κόστος. Και αυτό ισχύει σε κάθε ιστορική εποχή».
Πηγή: skai.grΔιαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.