Η «χρυσή» γενιά της Ελλάδας εντυπωσιάζει – είτε σε επίπεδο συλλόγων είτε συντρίβοντας με τρία γκολ τη Σκωτία στη Γλασκώβη. Το ελληνικό φίλαθλο κοινό έχει και πάλι δικαίωμα στο όνειρο. Η προ μηνών επικράτηση με 1-2 κόντρα στην Αγγλία στο Γουέμπλεϊ ήταν μία ιστορική νίκη για την Εθνική Ελλάδας. Μία νίκη που ήρθε μέσα από μία άρτια αγωνιστική εμφάνιση, με σοβαρότητα, σχέδιο, αποτελεσματικότητα, αλλά και κυριαρχία απέναντι σε μία ομάδα χρηματιστηριακής αξίας άνω του ενός δισεκατομμυρίου ευρώ. Το 0-3 απέναντι στη Σκωτία για το Nations League όμως, παρά τη χαμηλότερη δυναμικότητα του αντιπάλου, ήταν κάτι πολύ πιο σπουδαίο – και πιθανότατα ένα σημείο-καμπή στην ιστορία του αντιπροσωπευτικού μας συγκροτήματος, η αρχή μίας χρυσής εποχής.
Με μέσο όρο ηλικίας τα 22,7 έτη
Στο Χάμπντεν Παρκ της Γλασκώβης η Εθνική παρατάχθηκε με μία από τις νεότερες εντεκάδες στην ιστορία των ευρωπαϊκών εθνικών διοργανώσεων, έχοντας μέσο όρο ηλικίας τα 22,7 έτη: με οκτώ ποδοσφαιριστές κάτω των 24 ετών, με τον 17χρονο Κωνσταντίνο Καρέτσα βασικό στο δεξί φτερό της επίθεσης και με μεγαλύτερο σε ηλικία παίκτη τον Δημήτρη Γιαννούλη, ο οποίος πριν από λίγους μήνες έκλεισε τα 29.
Την ίδια στιγμή, τέσσερις από τους έντεκα παίκτες που παρατάχθηκαν με τη γαλανόλευκη δεν έχουν συμπληρώσει ακόμη ούτε 10 εμφανίσεις με το εθνόσημο (Τζολάκης, Βαγιαννίδης, Μουζακίτης, Ζαφείρης, Κωνσταντέλιας, Καρέτσας) – γεγονός που καταδεικνύει αφ' ενός μεν την απουσία εμπειρίας και παραστάσεων σε επίπεδο Εθνικής, αφ' ετέρου δε την έλλειψη χημείας, μιας και – με εξαίρεση τον Τζολάκη και τον Μουζακίτη που παίζουν μαζί στον Ολυμπιακό – οι υπόλοιποι παίκτες δεν βρίσκονται μαζί, ούτε καν σε προπονήσεις για πάνω από πέντε-δέκα φορές τον χρόνο.
«Μωρά» εγνωσμένης αξίας
Μετά το πρώτο ματς των play-off με τη Σκωτία και την ήττα με 0-1, μεγάλο μέρος του ελληνικού φίλαθλου κοινού τάχθηκε υπέρ της χρησιμοποίησης περισσότερων νεαρών παικτών στη ρεβάνς – κάτι η έλλειψη φρεσκάδας και φαντασίας από τους πιο έμπειρους ποδοσφαιριστές, όπως ο Μάνταλος, ο Πέλκας και ο Μασούρας, κάτι η εμφάνιση του Καρέτσα που, αν και μπήκε ως αλλαγή στο πρώτο ματς, πρόλαβε να εντυπωσιάσει, πολλοί θέλησαν τουλάχιστον να δουν τι θα μπορούσαν να κάνουν οι νέοι παίκτες, αν βρεθούν όλοι μαζί στο γήπεδο από την αρχή του αγώνα.
Ο ομοσπονδιακός προπονητής Ιβάν Γιοβάνοβιτς ενδεχομένως να θεώρησε πριν από το πρώτο ματς πως μία τέτοια αλχημεία μπορεί να μην έχει μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας και πως είναι ρίσκο να «κατέβει» μία εντεκάδα με τόσο άπειρους παίκτες. Υπήρχε όμως όντως ρίσκο σε μία τέτοια επιλογή;
Παρά το νεαρό της ηλικίας τους, οι νέοι της Εθνικής έχουν αποδείξει ήδη πολλά σε διασυλλογικό επίπεδο, έχουν κατακτήσει τίτλους και έχουν τραβήξει ήδη πάνω τους τα βλέμματα κορυφαίων συλλόγων της Ευρώπης. Ο Τζολάκης εδώ και έναν χρόνο είναι βασικός και αναντικατάστατος στον Ολυμπιακό, κατακτώντας πέρυσι το Conference League και οδεύοντας φέτος πιθανώς προς το νταμπλ – το ίδιο και ο Μουζακίτης, ο οποίος την περασμένη σεζόν κέρδισε με τον Ολυμπιακό το Youth League, δηλαδή το Champions League νέων.
Ο Κωνσταντέλιας είναι εδώ και χρόνια πια βασικός στον ΠΑΟΚ, με τον οποίο κάνει εξαιρετικές εμφανίσεις και έχει κατακτήσει πρωτάθλημα και κύπελλο Ελλάδας. Ο Τζόλης είναι κομβικό γρανάζι της Κλαμπ Μπριζ, σημειώνοντας γκολ και ασίστ βδομάδα παρά βδομάδα στο βελγικό πρωτάθλημα και γράφοντας εκατοντάδες λεπτά συμμετοχής στο Champions League, ενώ πέρυσι αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ στην 2. Bundesliga με τη Φορτούνα Ντίσελντορφ. Ο Ζαφείρης «γράφει» στο κοντέρ του επίσης πολλά λεπτά ως βασικός στη Σλάβια Πράγας, με την οποία πιθανότατα θα κατακτήσει το τσεχικό πρωτάθλημα φέτος, και τέλος ο Καρέτσας, αν και 17 χρονών, μετράει 1.266 λεπτά στην Γκενκ κάνοντας και αυτός πρωταθλητισμό στο Βέλγιο – και το τελευταίο διάστημα ακούγεται πως η Μπάγερν Μονάχου προτίθεται να δαπανήσει 40 εκατομμύρια ευρώ για να τον εντάξει στο δυναμικό της.
Η Εθνική έχει λαμπρό μέλλον, αλλά και παρόν
Προτού καλά-καλά ωριμάσουν – κυριολεκτικά και ποδοσφαιρικά – οι νέοι της Εθνικής, διακρίνονται ήδη σε συλλογικό επίπεδο, οπότε ήταν θέμα χρόνου να το κάνουν και με το εθνόσημο.
Ο Γιοβάνοβιτς τους το επέτρεψε, παρουσιάζοντας έτσι και σε εμάς ένα φανταστικό σύνολο, που μοιάζει ικανό να ακολουθήσει σε ταχύτητα και ποιότητα τις κορυφαίες ομάδες της Ευρώπης, να σκοράρει κινηματογραφικά γκολ και να πετύχει ιστορικές νίκες.
Και το σπουδαιότερο: το λαμπρό μέλλον που προδιαγράφεται για αυτά τα παιδιά και για αυτήν την Εθνική, που έχει συμπληρώσει πλέον μία δεκαετία χωρίς πρόκριση σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου και Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος, ίσως και να μην είναι καν τόσο μακρινό: Μέχρι το τέλος του 2025 η Εθνική θα κληθεί να αντιμετωπίσει τη Δανία, τη Λευκορωσία και ξανά τη Σκωτία, με στόχο την εξασφάλιση του πολυπόθητου εισιτηρίου για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2026, που θα διεξαχθεί σε ΗΠΑ, Μεξικό και Καναδά.
Και εάν η «χρυσή» γενιά της Ελλάδας σταθεί έστω και εν μέρει αντάξια των προσδοκιών – που η ίδια μας έχει δημιουργήσει – θα θυμηθούμε πάλι τις προ 2015 εποχές: να μετράμε αντίστροφα τον χρόνο για την επόμενη φορά που θα δούμε την Εθνική. Γιατί; Επειδή αυτά τα παιδιά μας δίνουν και πάλι το δικαίωμα να ονειρευόμαστε.

Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.