ΚΑΙΡΟΣ

Κινέζοι οινογνώστες μυούνται στις ελληνικές ποικιλίες

«Μόνο τόσο! Πολύ, πολύ λίγο και πολύ μικρό». Η Jade Li, Κινέζα δημοσιογράφος εξειδικευμένη στα θέματα οίνου, άνοιξε διάπλατα τα μάτια της όταν άκουσε τη στρεμματική απόδοση του αμπελώνα «Μυλωνά» -400 κιλά κρασοστάφυλα το στρέμμα- και την έκταση που καλύπτουν τα κλήματά του, 120 στρέμματα. Και όμως, πρόκειται για ένα μεγάλο αμπελώνα για τα ελληνικά δεδομένα, καθώς λιγότεροι από 100 παραγωγοί διαθέτουν έκταση άνω των 100 στρεμμάτων.

Ο παραγωγός γελά συγκαταβατικά και λίγο αμήχανα με την παρατήρηση. Στην πραγματικότητα ο μέσος ελληνικός αμπελώνας δεν ξεπερνά τα 5 στρέμματα. «Και ποιες ελληνικές ποικιλίες έχετε;» συνεχίζει η δημοσιογράφος κοιτάζοντας με απορία μια ετικέτα που έγραφε cabernet, «έχουμε πολλά γαλλικά κρασιά στην Κίνα, δεν μας ενδιαφέρει ελληνικό κρασί που γίνεται από γαλλική ποικιλία σταφυλιών. Τώρα ψάχνουμε νέες γεύσεις και θέλουμε κρασιά από τη Μεσόγειο. Τα φρουτώδη κρασιά αρέσουν στους Κινέζους» προσθέτει σημειώνοντας με προσοχή τις πληροφορίες που ακούει στο φύλλο δοκιμής οίνου που έχει στα χέρια της.

Η Jade Li είναι μία από τους 15 Κινέζους δημοσιογράφους οίνου, που βρίσκονται στην Ελλάδα την τελευταία εβδομάδα, προσκεκλημένοι από τη διεπαγγελματική οργάνωση οίνου στο πλαίσιο του προγράμματος της Προβολής Οίνου σε τρίτες χώρες, που πραγματοποιείται σε συνεργασία με τον Οργανισμό Προώθησης Εξαγωγών. Είχαν ήδη επισκεφθεί τη Νάουσα, όπου γνώρισαν την ποικιλία ξινόμαυρο, και τη Νεμέα που ήπιαν αγιωργίτικο. Οι οινοδοκιμές συνδυάστηκαν με αρχαιολογικές επισκέψεις, αφού για τους Κινέζους Ελλάδα ίσον αρ-.

Η Jade Li, Κινέζα δημοσιογράφος, εξειδικευμένη στα θέματα οίνου, και συνάδελφός της, που δοκιμάζει με ενθουσιασμό ελληνική ποικιλία. χαίος πολιτισμός. Γι’ αυτό και τα κρασιά με αρχαιοελληνικές ετικέτες και αναφορές κινούν αμέσως το ενδιαφέρον τους.

Οταν τους συναντήσαμε δοκίμαζαν κρασιά από την Κεντρική Ελλάδα στο ξενοδοχείο «Ιντερκοντινένταλ». Ιδιαίτερα ενημερωμένοι ζητούν λεπτομέρειες για τον τόπο και τις συνθήκες παραγωγής. Η Jade Li είναι ενθουσιασμένη με τα κρασιά της Νάουσας. «Εχω δοκιμάσει ελληνικά κρασιά στην Κίνα αλλά ήταν κρασιά χαμηλού κόστους. Εδώ ήπιαμε μερικά πολύ καλά κρασιά. Απλώς είναι δύσκολο να τα θυμάσαι, τα ονόματα των ποικιλιών είναι πολύ δύσκολα για εμάς», συμπληρώνει γελώντας.

Στο διπλανό τραπέζι η Corinne Mui δοκιμάζει ασύρτικο από το «Κτήμα Καραδήμου» και η αντίδρασή της είναι αναπάντεχη. «Πολύ ενδιαφέρον. Εγώ νόμιζα ότι το ασύρτικο βγαίνει μόνο στη Σαντορίνη». Η Corinne Mui, που εκπαιδεύει Κινέζους σομελιέ για μεγάλα εστιατόρια και ξενοδοχεία, μου εξηγεί ότι έχει επισκεφθεί πολλές φορές ελληνικούς αμπελώνες και γνωρίζει αρκετά τα ελληνικά κρασιά. Μια επαγγελματική κάρτα πέφτει από το σημειωματάριό της. Την κοιτάζει προσεκτικά και κουνάει το κεφάλι με ενδιαφέρον. «Πολλοί “Μπουτάρης” στην Ελλάδα» ψιθυρίζει.

Η Τάιγαν Λίου, Ελληνοκινέζα που εκτελεί χρέη μεταφράστριας για την αποστολή, δεν ξέρει πολλά από κρασιά, αλλά στη διάρκεια του ταξιδιού αναγκάστηκε να μάθει. Εξηγεί ότι οι Κινέζοι φιλοξενούμενοι ενθουσιάστηκαν με τους οικογενειακούς ελληνικούς αμπελώνες και τη ζεστή συμπεριφορά των αμπελουργών. «Επισκέφθηκαν αμπελώνες στην Ισπανία και δεν μπορούσε να φτάσει το μάτι τους εκεί που τελειώνει ο αμπελώνας. Ισπανοί και Γάλλοι ήθελαν να πλασάρουν τα κρασιά τους, εδώ στην Ελλάδα οι μικροί παραγωγοί τούς μιλούν με ενθουσιασμό γι’ αυτό που κάνουν».

Το πλεονέκτημα όμως τελικά γίνεται μειονέκτημα. Η υπεύθυνη του κτήματος «Αβαντίς», που ήδη εξάγει στην Κίνα, δείχνει προβληματισμένη. «Είναι μια καλή αγορά, αλλά η Κίνα είναι αχανής και θέλουν μεγάλες ποσότητες και χαμηλές τιμές. Εμείς ούτε το ένα έχουμε ούτε το άλλο μπορούμε να προσφέρουμε».

Παρά τις έως τώρα προσπάθειες, οι εξαγωγές ελληνικών οίνων στην Κίνα είναι περιορισμένες. Πέρυσι ο τζίρος των εξαγωγών προς Κίνα δεν ξεπέρασε το 1 εκατομμύριο ευρώ σε σύνολο τζίρου από εξαγωγές περίπου 60 εκατομμυρίων ευρώ. Την ίδια στιγμή ο συνολικός τζίρος του ελληνικού κρασιού ετησίως φτάνει τα 400 εκατομμύρια ευρώ, γεγονός που αποδεικνύει ότι παρά την κρίση, το 85% του κρασιού που παράγεται στην Ελλάδα καταναλώνεται ... εγχωρίως.

Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ