ΚΑΙΡΟΣ

Ο «φαντομάς» Στέφαν Γκέρικε: Η ιστορία του μεγαλύτερου αρχαιοκάπηλου που έδρασε στη Θεσσαλονίκη

Ο Στέφαν Γκέρικε έχει χαρακτηριστεί ως πρύτανης της αρχαιοκαπηλίας - Συνελήφθη πέντε φορές, απέδρασε και είναι άγνωστο πότε (και αν) έχει φύγει από τη ζωή

Ήταν 8 Νοεμβρίου 1963 και το αεροσκάφος της Swiss ήταν έτοιμο να αναχωρήσει από το αεροδρόμιο του Ελληνικού για το Μόναχο. Οι τελευταίοι επιβάτες ανέβαιναν τη σκάλα. Ένας από αυτούς ένιωσε χτύπημα στον ώμο και την ίδια στιγμή ένα άλλο χέρι βυθίζονταν στην τσέπη του μάλλινου σακακιού του. Έβγαζε έξω ένα βρόμικο μαντήλι και στο έδαφος έπεφταν ένα ολόχρυσο περιδέραιο του 4ου μ.Χ. αιώνα και μερικά δαχτυλίδια του 6ου αιώνα π.Χ. και του 1ου αιώνα π.Χ., όλα προϊόντα λαθρανασκαφών που θα εξάγονταν και θα πουλιόταν στο εξωτερικό.

Στο τελωνείο του αεροδρομίου ο 32χρονος τότε άντρας επιχείρησε να βγάλει τις χειροπέδες και απείλησε τους αστυνομικούς πως θα τους στείλει... στο Διδυμότειχο, καθώς ήταν -όπως είπε- συγγενής του Κάιζερ και της βασίλισσας Φρειδερίκης.

Σε έρευνα που έγινε στο σπίτι του, στη Νέα Φιλαδέλφεια, βρέθηκαν 70 βραχιόλια, χρυσά κοσμήματα, μεγάλος αριθμός νομισμάτων, όλα ανυπολόγιστης αρχαιολογικής αξίας.

Αυτή ήταν η πρώτη συνάντηση με την Ελληνική Χωροφυλακή του Στέφαν Γκέρικε (Stefan Martin Gericke), του Γερμανού αρχαιολόγου που έχει χαρακτηριστεί ως «ο μεγαλύτερος αρχαιοκάπηλος της χώρας», ως «ο πρύτανης της αρχαιοκαπηλίας», που ρήμαξε αρχαιολογικούς χώρους και σήκωσε τσουβάλια με σπάνιους και πολύτιμους αρχαιολογικούς θησαυρούς. Ένας πραγματικός φαντομάς που άρπαζε αρχαιότητες από τον Έβρο ως την Κέρκυρα, το Μεσολόγγι και την Κρήτη, ενώ είχε βάλει στο μάτι μέχρι και την εικόνα της Παναγίας Εκατονταπυλιανής στην Πάρο.

Όπως σημειώνεται σε ρεπορτάζ του voria.gr, o Στέφαν Γκέρικε διασταυρώθηκε 5 φορές με την αστυνομία, άλλες τόσες φυλακίστηκε και τις μισές απέδρασε, με τα ίχνη του να χάνονται μυστηριωδώς στο τέλος της δεκαετίας του 1990 ή στις αρχές του 2000, χωρίς κανείς να μπορεί να πει επίσημα πότε (και αν) έχει φύγει από τη ζωή.

Γεννήθηκε το 1931 στην Ινδονησία από Γερμανούς γονείς και σπούδασε αρχαιολογία στο πανεπιστήμιο του Μονάχου, όπου έκανε και τη διδακτορική του διατριβή πάνω στην προϊστορική αρχαιολογία. Στη διάρκεια των σπουδών του μαγεύτηκε από την αρχαία ελληνική ιστορία, έμαθε άπταιστα ελληνικά και μόλις ολοκλήρωσε τον κύκλο σπουδών του ήρθε στην Ελλάδα όχι για να εργαστεί ως αρχαιολόγος, αλλά για να επιδοθεί στο κυνήγι των αρχαίων θησαυρών.

Μετά τη σύλληψή του στο αεροδρόμιο του ελληνικού το 1963, οδηγήθηκε στη δικαιοσύνη με βαριά κατηγορία για λαθραία εξαγωγή αρχαιοτήτων, αλλά κατάφερε να πείσει το δικαστήριο πως τα κοσμήματα που είχε πάνω του και όσα βρέθηκαν στο σπίτι του, ήταν απομιμήσεις. Έτσι αφέθηκε ελεύθερος....και συνέχισε τις λαθρανασκαφές.

Τον Ιούνιο του 1968 έπεσε και πάλι στα χέρια της Χωροφυλακής, αυτή τη φορά στη Θεσσαλονίκη, με πλήθος αρχαιοτήτων στα χέρια του. Ο ίδιος και 12 συνεργοί του καταδικάστηκαν σε 12μηνη φυλάκιση και όλα τα αντικείμενα παραδόθηκαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.

Ο 37χρονος τότε Γκέρικε εμφανίστηκε αμετανόητος ενώπιον των αρχών, απολογήθηκε σε άψογα ελληνικά και προσπάθησε να πείσει τους δικαστές πως τα αντικείμενα ήταν κίβδηλα. Τέσσερις μήνες μετά κι ενώ βρισκόταν στις φυλακές Θεσσαλονίκης, ο εισαγγελέας ζήτησε να μεταφερθεί στην Αθήνα και κατά τη μεταφορά του, κάτω από πολύ περίεργες συνθήκες, απέδρασε. Και φυσικά επέστρεψε στα παλιά του λημέρια. Συγκρότησε μια νέα σπείρα αρχαιοκαπήλων και φορτωμένος με έναν μεγάλο αριθμό αρχαίων αντικειμένων επιχείρησε να βγει νύχτα, οδικώς, από τα ελληνογουγκοσλαβικά σύνορα. Είχε πλαστά χαρτιά, πλαστή ταυτότητα, φορούσε περούκα και μουστάκι.

Ήταν Νοέμβριος του 1969 όταν συνελήφθη και στο δικαστήριο, που έγινε στις αρχές του 1970, ο Στέφαν Γκέρικε έδωσε μάχη για να μείνει στις φυλακές της Θεσσαλονίκης. Καταδικάστηκε σε 7,5 χρόνια κάθειρξη και οδηγήθηκε στις φυλακές της Κέρκυρας. Εξέτισε μικρό μέρος της ποινής του κι αποφυλακίστηκε σχετικά σύντομα λόγω...καλής διαγωγής με τον όρο της απαγόρευσης εισόδου στην Ελλάδα.

Ήταν αδίστακτος, αγέλαστος, πανέξυπνος και παμπόνηρος και ήξερε πάντα πού να στοχεύσει. Στον ογκωδέστατο φάκελο που είχε στην τότε Χωροφυλακή αναγράφονταν πως ρήμαξε αρχαιολογικούς χώρους σε όλη την Ελλάδα και είχε πουλήσει άγνωστο -αλλά πολύ μεγάλο- αριθμό αγγείων, κοσμημάτων, νομισμάτων, ειδωλίων, που χρονολογούνταν από τους προϊστορικούς χρόνους ως τον Μεσαίωνα.

Η άριστη γνώση της αρχαιολογίας και η συστηματική μελέτη της αρχαίας ελληνικής ιστορίας τον οδηγούσαν στα πιο απίθανα σημεία και συχνά ήταν πιο μπροστά από τους αρχαιολόγους. Ενδιαφέρονταν κυρίως για χρυσά κοσμήματα, νομίσματα, ειδώλια, αγγεία, προτομές. Αντικείμενα μικρού όγκου που θα μπορούσε να εξάγει ευκολότερα.

Μπαινόβγαινε σαν...κύριος στην Ελλάδα πάντα με πλαστά χαρτιά και μεταμφιέσεις. Φορούσε περούκες, έβαζε μουστάκι ή γενειάδα, ήταν άλλοτε καλοντυμένος κι άλλοτε ρακένδυτος, δεν προκαλούσε και δεν είχε κοινωνικές συναναστροφές, παρά μόνο με ανθρώπους του υποκόσμου, τους οποίους πλήρωνε σε χρήματα, αφού τα αρχαιολογικά ευρήματα τα διαχειρίζονταν ο ίδιος.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 ο Γκέρικε στράφηκε στις βυζαντινές εικόνες και τους εκκλησιαστικούς θησαυρούς. Το καλοκαίρι του 1979 σήκωσε ολόκληρο το ξυλόγλυπτο τέμπλο της Αγίας Τριάδας Μετεώρων, με όλες τις σπάνιες εικόνες, τεμαχίζοντάς το σε 30 κομμάτια. Μαζί του είχε ως συνεργό έναν 37χρονο εργολάβο από την Αθήνα, με τον οποίο μετέφεραν τα 30 κομμάτια και τα πούλησαν στο εξωτερικό, όπου δεν έχουν βρεθεί ως σήμερα.

Λίγους μήνες αργότερα συνελήφθη και πάλι, αυτή τη φορά μετά από ένα έγκλημα. Δύο συνεργοί του σκότωσαν και πέταξαν σε ένα πηγάδι βάθους 163 μέτρων στα μεταλλεία Λαυρίου έναν τρίτο της σπείρας για να «του φάνε το μερτικό», όπως αποκαλύφθηκε κατά την ανάκριση. Συνολικά συνελήφθησαν 32 άτομα, με τους περισσότερους να υποστηρίζουν ότι προμήθευαν με αρχαία τον Γκέρικε. Ο Γερμανός αρχαιοκάπηλος δεν παραδέχτηκε τίποτα, ενώ για τα αρχαία που βρέθηκαν στην κατοχή του είπε πως άλλα ήταν δώρα από φίλους του αρχαιολόγους και άλλα πως τα βρήκε στα...κάστρα της ελληνικής επαρχίας, όπου συνήθιζε να κάνει εκδρομές και βόλτες.

Όπως προέκυψε από την αστυνομική έρευνα, είχε σκάψει με τους συνεργούς του στον αρχαιολογικό χώρο της Αμφίπολης Σερρών, χρησιμοποιώντας δυναμίτη που έκλεψαν από λιγνιτωρυχείο των Σερρών. Είχαν ρημάξει την ευρύτερη περιοχή και είχαν αρπάξει αμύθητης αξίας αρχαιολογικά ευρήματα, τα περισσότερα από τα οποία δεν βρέθηκαν ποτέ, αφού είχε καταφέρει να τα πουλήσει στο εξωτερικό, όπου είχε στήσει ένα ευρύτατο δίκτυο προμηθευτών.

Προφυλακίστηκε, αλλά αποφυλακίστηκε λόγω παρέλευσης του 18μηνου χωρίς δίκη -η οποία έγινε 5 χρόνια μετά - και εξαφανίστηκε.

Για μια δεκαετία ο «πρύτανης της αρχαιοκαπηλίας» ήταν παράλληλα και «φαντομάς» για την ελληνική αστυνομία. Οι πληροφορίες για την παράνομη δράση του έπεφταν σαν βροχή, αλλά ο ίδιος ήταν άφαντος.

Μέχρι που έκανε το μοιραίο λάθος. Ανήμερα της επετείου της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, 17 Νοεμβρίου του 1990, γέμισε ένα ολόκληρο τροχόσπιτο -που έφερε γερμανικές πινακίδες- με αρχαία αντικείμενα και ξεκίνησε από το κέντρο της Αθήνας για άγνωστο προορισμό.

Πίστευε πως η αστυνομία θα ήταν απασχολημένη με τις εκδηλώσεις και την πορεία για την επέτειο και έτσι θα περνούσε απαρατήρητος. Πόσο απαρατήρητο, όμως, μπορεί να περάσει ένα τροχόσπιτο στο κέντρο της Αθήνας, σε μέρα που ισχύουν περιορισμοί και απαγορεύσεις στην κυκλοφορία; Πληροφορίες της εποχής ανέφεραν πως η αστυνομία ήταν στα ίχνη του από δεκαημέρου κι ότι τον είχε «καρφώσει» παλιός του συνεργάτης, δίνοντας μάλιστα ακριβή στοιχεία για τις κινήσεις του. Οι αστυνομικοί που έκαναν έλεγχο έχασαν το μέτρημα και οι αρχαιολόγοι έλεγαν πως κουβαλούσε...μισό μουσείο, όπως έγραψε σε ρεπορτάζ της η εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» στις 20 Νοεμβρίου 1990.

Μέσα στο τροχόσπιτο βρέθηκαν δεκάδες αρχαία αντικείμενα από τους προϊστορικούς χρόνους ως τη βυζαντινή εποχή, που ήταν αδύνατον να ταυτοποιηθεί από πού είχαν κλαπεί. Το ακόμη πιο εντυπωσιακό ήταν πως ο Γκέρικε είχε νοικιάσει κι έμενε για καιρό σε ένα διαμέρισμα στην οδό Δεληγιάννη 26 στα Εξάρχεια, δίπλα ακριβώς από το Αρχαιολογικό Μουσείο!
Η αστυνομία τον χαρακτήρισε ως «τον μεγαλύτερο αρχαιοκάπηλο που πέρασε ποτέ από την Ελλάδα» και οι αρχαιολόγοι είπαν πως τα αρχαία αντικείμενα που εξήγαγε στην πολύχρονη δράση του μπορούσαν να γεμίσουν ένα ολόκληρο μουσείο.Ο ίδιος πόζαρε μπροστά στα ευρήματα, παρουσία της ηγεσίας της ΕΛΑΣ, όπως τον κατέγραψε ο φωτογραφικός φακός της «Ελευθεροτυπίας» (πρώτος από δεξιά) ατάραχος και ψύχραιμος...αλλά πάντα αμίλητος.

Το δικαστήριο τον καταδίκασε σε κάθειρξη 15 ετών και 9 μηνών και μεταφέρθηκε στις φυλακές Αλικαρνασσού Κρήτης. Ήταν 60 χρόνων και φαινόταν κουρασμένος. Ήταν μόνος του και δεν έδινε δικαιώματα, ούτε άνοιγε κουβέντα με τους συγκρατούμενούς του. Για άλλη μια φορά κατάφερε να ξεγελάσει τους πάντες.

Στις 18 Οκτωβρίου του 1994 προφασίστηκε έντονους πόνους στην κοιλιά και μεταφέρθηκε συνοδεία ισχυρής αστυνομικής δύναμης στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο Ηρακλείου. Οι γιατροί τον κράτησαν για εξετάσεις. Ξημερώματα της 22ης Οκτωβρίου κι ενώ κοιμόταν βαθιά από ώρες, ο αστυνομικός φρουρός του έφυγε από το θάλαμο για να πάρει έναν καφέ. Όταν επέστρεψε, ο Στέφαν Γκέρικε είχε γίνει καπνός. Σήμανε συναγερμός και παρότι η απουσία του έγινε αντιληπτή εντός 15 λεπτών, δεν βρέθηκε.

Τον Ιανουάριο του 1995 η ΕΛΑΣ ενημερώθηκε ότι συνελήφθη στην Ελβετία, καθώς διαπραγματευόταν την πώληση αρχαιοτήτων που είχαν κλαπεί από την Ελλάδα. Εκδόθηκε στη χώρα μας και οδηγήθηκε στις φυλακές Κορυδαλλού. Υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες λίγο καιρό μετά αφέθηκε ελεύθερος. Και τα ίχνη του χάθηκαν για πάντα. Κάποιες πληροφορίες λένε πως επέστρεψε στη Γερμανία, όπου και πέθανε το 1997, κάποιες άλλες πως εντοπίστηκε στην Ελλάδα το 2000 να κάνει την ίδια παράνομη δραστηριότητα, θέλοντας να...ξεφορτωθεί αρκετά από τα αρχαία αντικείμενα που του είχαν μείνει.

Χάλκινα και χρυσά κοσμήματα, πήλινα αγγεία και ειδώλια, γλυπτά, χάλκινα νομίσματα αλλά και μυκηναϊκά αγγεία, πέντε μαρμάρινα κυκλαδικά ειδώλια, μια πήλινη μινωική (ΥΜ ΙΙΙ) λάρνακα, κρητικά πιθάρια, καθώς και 51 οστέινες κίβδηλες σφραγίδες (που μιμούνται πρωτομινωικές) παραδόθηκαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης το 1968, μετά τη σύλληψη του Γερμανού αρχαιοκάπηλου. Όπως, μάλιστα, χαρακτηριστικά δηλώνει ο τότε έφορος αρχαιοτήτων Φώτης Πέτσας, «με τα νέα αυτά αποκτήματα», κάποια από τα οποία «φαντάζουν εξωτικά στο μακεδονικό περιβάλλον του Μουσείου της Θεσσαλονίκης», το Μουσείο «γίνεται αντιπροσωπευτικό όχι μονάχα του βορείου ελληνικού χώρου, αλλά και του ελληνικού γενικότερα».

Μέρος αυτών των αντικειμένων που φυλάσσονται πλέον στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης παρουσιάζονται στη νέα περιοδική έκθεσή του «60 Χρόνια/60 Στιγμές», η οποία φιλοξενεί 60 εμβληματικές στιγμές της ιστορικής διαδρομής του μεγαλύτερου και παλαιότερου Αρχαιολογικού Μουσείου του βορειοελλαδικού χώρου.

Παρουσιάζοντας, μερικά χρόνια πριν, τα 5 μαρμάρινα κυκλαδικά ειδώλια της «Συλλογής Γκέριγκε» η αείμνηστη διευθύντρια του Μουσείου, Λιάνα Στεφανή, είπε πως «περιλαμβάνονται στο υλικό μιας από τις μεγαλύτερες κατασχέσεις του μουσείου, αυτής του Γερμανού αρχαιοκάπηλου και αρχαιολόγου, Στέφαν Γκέριγκε». Και έκλεισε την ομιλία της λέγοντας πως: «τα "ειδώλια Γκέριγκε", σιωπηλοί μάρτυρες του παρελθόντος, μπορούν να μετονομαστούν σε κυκλαδικά ειδώλια του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης».

Πηγή: voria.gr