Την τελευταία περίοδο οι Έλληνες καταφέραμε 5 τουλάχιστον εθνικά επιτεύγματα, για τα οποία όλοι συλλογικά θα έπρεπε να αισθανόμαστε υπερήφανοι. Δεν είναι αποτέλεσμα απλά και μόνο των προσπαθειών τής κυβέρνησης, αλλά ολόκληρου του ελληνικού λαού, είναι επιτυχίες της πατρίδας μας». Αυτό επεσήμανε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, μιλώντας σήμερα στο 35ο ετήσιο συνέδριο του Ελληνοαμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου.
Όπως ανέφερε συγκεκριμένα, η Ελλάδα πέτυχε:
1. Τη μεγαλύτερη αύξηση επενδύσεων στην ΕΕ, κατά 63-64% τα τελευταία πέντε χρόνια. «Ναι, υπάρχει επενδυτικό κενό αλλά αρχίζουμε να συγκλίνουμε. Βοήθησαν οι δημιουργικοί Έλληνες επιχειρηματίες και οι εργαζόμενοι σε αυτό και κάποιος πρέπει να το αναγνωρίσει», τόνισε ο κ. Χατζηδάκης.
2. Τη μεγαλύτερη αύξηση εξαγωγών επίσης την τελευταία πενταετία σε όλη την ΕΕ. Ενώ σε σχέση με το 2008 οι εξαγωγές ως ποσοστό του ΑΕΠ έχουν υπερδιπλασιαστεί. «Και γι' αυτό κάποιοι επιχειρηματίες και εργαζόμενοι εργάστηκαν. Όπως αναγνωρίζουμε τις επιτυχίες των αθλητών, των επιστημόνων, των καλλιτεχνών, ας δούμε και τις επιτυχίες των επιχειρηματιών και των εργαζομένων. Έχουμε κάθε λόγο να τους πούμε μπράβο, ανεξάρτητα από το ποιος είναι στην κυβέρνηση», ανέφερε.
3. Τη μεγαλύτερη μείωση της ανεργίας σε όλη την ΕΕ. «Πριν από 5 χρόνια σε μια χώρα 10,5 εκατομμυρίων, μισό εκατομμύριο Έλληνες και Ελληνίδες που σήμερα δουλεύουν, δεν είχαν μεροκάματο. Και αν δεν δούλευαν μέχρι σήμερα, θα αντιμετώπιζαν από πολύ χειρότερη θέση τις συνέπειες του πληθωρισμού. Κάπως έγινε και αυτό, δεν ήταν αυτονόητο. Και πρέπει να αναγνωριστεί», είπε ο υπουργός.
4. Να βρίσκεται στο top-10 του παγκόσμιου τουρισμού, παρά την κρίση του κορονοϊού. «Η Ελλάδα βρίσκεται στην κορυφή μαζί με μεγάλες χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία, με τριπλάσιους τουρίστες σε σχέση με τον πληθυσμό της. Δεν πρέπει να δώσουμε συγχαρητήρια στους επιχειρηματίες και τους εργαζόμενους στον τουρισμό; Δεν πρέπει να αισθανόμαστε ικανοποιημένοι για αυτό; Ή πρέπει να γκρινιάζουμε για αυτήν την επιτυχία;», διερωτήθηκε.
5. Να προσελκύει επενδύσεις από τους Έλληνες εφοπλιστές, που είναι μια παγκόσμια δύναμη και έχουν πλέον μια πιο ευδιάκριτη παρουσία στην πατρίδα μας. «Σκεφτείτε πόσες επενδύσεις έγιναν από Έλληνες εφοπλιστές το τελευταίο διάστημα στον τουρισμό, το real estate, τα ναυπηγεία, τις ανανεώσιμες πηγές. Η κυβέρνηση προσπαθεί να τους προσελκύσει ολοένα και περισσότερο. Δεν θέλουμε μπράβο, τη δουλειά μας επιχειρούμε να κάνουμε. Όμως αυτό που επισημαίνω είναι πραγματικότητα και πρέπει να το ενθαρρύνουμε περαιτέρω», σημείωσε ο κ. Χατζηδάκης.
«Είναι αλήθεια», πρόσθεσε, «ότι μας έχουν επηρεάσει ο πληθωρισμός και οι αλλεπάλληλες κρίσεις που έχουμε βιώσει. Σίγουρα δεν είμαστε από τους πρώτους στην ΕΕ, αλλά δεν είμαστε και τελευταίοι όπως κάποιοι επιμένουν να παρουσιάζουν. Η Ελλάδα επουλώνει τις πληγές τής άνευ προηγουμένου κρίσης, ωστόσο ανεβαίνει σταθερά χάρη στις πολιτικές που έχει υιοθετήσει η κυβέρνηση και χάρη στους επιχειρηματίες, τους εργαζόμενους και την κοινωνία συνολικά με την εθνική προσπάθεια που γίνεται. Αυτή η θετική εξέλιξη ήταν αποτέλεσμα μιας πολιτικής που βασίστηκε σε δύο πυλώνες: τη δημοσιονομική σύνεση και τη φιλοαναπτυξιακή πολιτική. Ούτε το ένα, ούτε το άλλο ήταν δεδομένο. Γι' αυτό άλλωστε φτάσαμε την προηγούμενη δεκαετία να μην μπορούμε να ξεπληρώσουμε αυτά που δανειστήκαμε και γι' αυτό η κυβέρνηση θα επιμένει στη δημοσιονομική σύνεση, ό,τι κι αν λένε οι σειρήνες του λαϊκισμού».
Αναφερόμενος στα δημοσιονομικά, ο κ. Χατζηδάκης υπογράμμισε ότι χωρίς να υπονομεύεται η αναπτυξιακή προσπάθεια, καθώς η Ελλάδα έχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης σε σχέση με τις άλλες χώρες της ΕΕ, έχει ταυτόχρονα το τέταρτο υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα στην ΕΕ και το χρέος αποκλιμακώνεται με τους υψηλότερους ρυθμούς στην ΕΕ. Με αποτέλεσμα, όπως προβλέπουν οι αναλυτές, η Ελλάδα το 2028 να μην είναι πλέον η χώρα με το μεγαλύτερο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ στην ΕΕ.
«Στον τομέα της φορολογίας εφαρμόζουμε πολιτική που βασίζεται στη μείωση φόρων και την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής. Το πρώτο είναι εύκολο και φιλολαϊκό, το δεύτερο είναι δύσκολο γιατί έχει πολιτικό κόστος. Κόστος το οποίο αναλάβαμε και σήμερα μπορούμε να πούμε ότι το 2024 ήταν η χρονιά με τα καλύτερα αποτελέσματα στη μάχη της φοροδιαφυγής στη σύγχρονη ελληνική οικονομική ιστορία, με καθαρό όφελος 1,8 δισ. ευρώ. Ποτέ καμιά ελληνική κυβέρνηση από τη μεταπολίτευση και μετά δεν είχε τόσο χειροπιαστά αποτελέσματα σε σχέση με την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Και τα έσοδα χρησιμοποιούνται είτε για την ενίσχυση των παροχών, είτε για αύξηση των δημοσίων επενδύσεων, είτε για περαιτέρω μείωση του χρέους. Η προσπάθεια πιάνει τόπο και βεβαίως από εδώ και πέρα τα έσοδα θα χρησιμοποιηθούν ακόμη περισσότερο για την περαιτέρω μείωση των φόρων», είπε ο υπουργός.
Ενώ σε σχέση με την επενδυτική πολιτική, στάθηκε στη μείωση της φορολογίας και των ασφαλιστικών εισφορών, στην ολοκλήρωση 13 αποκρατικοποιήσεων από το ΤΑΙΠΕΔ και το ΤΧΣ, τον διπλασιασμό των δημοσίων επενδύσεων αξιοποιώντας ευρωπαϊκά κονδύλια και εθνικούς πόρους αλλά και στις επενδύσεις στα μη κρατικά πανεπιστήμια. «Το Σεπτέμβριο 2025 θα ξεκινήσουν να λειτουργούν», ανέφερε και πρόσθεσε: «Είναι ένα θετικό μήνυμα απελευθέρωσης από σοβιετικού τύπου αντιλήψεις, η Ελλάδα γίνεται μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα και σε αυτόν τον τομέα. Αλλά υπογραμμίζω και την επενδυτική διάσταση. Η Ελλάδα μπορεί να γίνει διεθνές εκπαιδευτικό κέντρο, είναι μια ευκαιρία που πρέπει να αξιοποιήσουμε».
«Θα μείνουμε», κατέληξε ο κ. Χατζηδάκης, «σταθερά στον δρόμο της εθνικής ευθύνης. Διορθώνοντας πολιτικές όπου χρειάζεται, ακούγοντας τις προτάσεις, αλλά πάντοτε χωρίς να βάζουμε νερό στο κρασί της σοβαρότητας και της υπευθυνότητας. Με μια μεγάλη εθνική συμμαχία όλων των ανθρώπων στο πολιτικό σύστημα που μπορεί να έχουν διαφορετικές απόψεις αλλά δεν είναι διατεθειμένοι να λαϊκίσουν, των επιχειρηματιών που συνεχίζουν την προσπάθεια και των εργαζομένων που θέλουν τα παιδιά τους να ζήσουν σε μια καλύτερη χώρα, θα καταφέρουμε να ανεβάσουμε την Ελλάδα ακόμα πιο ψηλά».
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.