ΚΑΙΡΟΣ

Τόμσεν: «Εντός δρόμου» το ελληνικό πρόγραμμα – ουδέν σχόλιον για «κίνδυνο» ΣΥΡΙΖΑ

Την πεποίθησή του πως το ελληνικό πρόγραμμα έχει επανέλθει «εντός δρόμου», παρά τη «δύσκολη κατάσταση» που αντιμετώπισε η κυβέρνηση στο δημοσιονομικό μέτωπο, εξέφρασε ο επικεφαλής της αποστολής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) στην Ελλάδα, Πόουλ Τόμσεν, σημειώνοντας πως η Ευρώπη έχει πλέον δεσμευθεί για την χρηματοδότηση του ελληνικού προγράμματος, αλλά αρνούμενος να αποκλείσει το ενδεχόμενο λήψης νέων μέτρων σε περίπτωση αποτυχίας στους στόχους.

Πολιτική βούληση αλλά και βάρος ευθύνης για την κυβέρνηση

Απηχώντας τη σημερινή έκθεση του Ταμείου για τη χώρα μας, ο κ. Τόμσεν τόνισε πως η εφαρμογή του ελληνικού προγράμματος εκτροχιάστηκε λόγω της πολιτικής κατάστασης και της παρατεταμένης εκλογικής περιόδου που επικράτησε στη χώρα μας.

για το κατά πόσον το ΔΝΤ έχει ένα πολιτικό μέτρο για την αξιολόγηση της πορείας του προγράμματος, ο κ. Τόμσεν σημείωσε πως υπάρχει μία εκλεγμένη κυβέρνηση στην Ελλάδα, η οποία έχει δεσμευθεί για την υλοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, αποσαφηνίζοντας ωστόσο πως το ΔΝΤ δεν σχολιάζει τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα.

Παρά ταύτα, η έκθεση του Ταμείου καταγράφει ως «κίνδυνο - κλειδί» για το πρόγραμμα την «συρρικνούμενη υποστήριξη για τις μεταρρυθμίσεις» ενόψει ενός ακόμα έτους ύφεσης, ιδιαίτερα καθώς «οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν μειούμενη υποστήριξη για τους εταίρους και αυξανόμενη υποστήριξη για τον ΣΥΡΙΖΑ και άλλα κόμματα κατά του προγράμματος.

»Αυτό θα μπορούσε να πάει πέρα από τις καθυστερήσεις στην εφαρμογή [του προγράμματος], και να οδηγήσει σε μία πολιτική κρίση, πυροδοτώντας πτώχευση στο χρέος και/ή έξοδο από το ευρώ».

Νωρίτερα, μιλώντας στο πλαίσιο εσωτερικής συνέντευξης για λογαριασμό του Ταμείου, ο κ. Τόμσεν σχολίασε πως οι «προοπτικές ανάκαμψης» της Ελλάδας επαφίενται στο «πόσο καλά η κυβέρνηση εφαρμόζει το πρόγραμμα με την πάροδο του χρόνου».

Η Ευρώπη δεσμευμένη για την υποστήριξη του ελληνικού προγράμματος

Στρέφοντας το βλέμμα του στη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, σημείο που αποτέλεσε πηγή διαφωνιών μεταξύ Ευρώπης και ΔΝΤ πριν τη συμφωνία του Δεκεμβρίου, ο κ. Τόμσεν σχολίασε πως το ελληνικό χρέος παραμένει «πολύ υψηλό», υπογραμμίζοντας ωστόσο πως «η Ευρώπη έχει [πλέον] για πρώτη φορά αναγνωρίσει πως το χρέος δεν είναι βιώσιμο» δίχως την παροχή περαιτέρω βοήθειας, και προσθέτοντας πως η Γηραιά Ήπειρος έχει «δεσμευθεί» για να παράσχει «οτιδήποτε χρειασθεί».

Έχουμε ένα «πλαίσιο» και «οι Ευρωπαίοι έχουν δεσμευτεί να παράσχουν επιπλέον βοήθεια» τόνισε ο κ. Τόμσεν, εξηγώντας πως αυτό είναι κρίσιμο καθώς η υπερχρεωμένη Ελλάδα, σε αντίθεση με άλλες χώρες, δεν αναμένεται να επιστρέψει στις αγορές πριν την ολοκλήρωση του προγράμματος.

Το πρόγραμμα χρηματοδοτημένο έως βαθιά μέσα στο 2014 – έχουμε ήδη OSI

Ερωτηθείς ωστόσο για το χρηματοδοτικό κενό 5,5 - 9,5 δισεκατομμυρίων ευρώ που διαπιστώνει το ΔΝΤ για τη διετία 2015-16, ο κ. Τόμσεν παραδέχτηκε πως η ευρωζώνη δεν έχει ακόμα διευκρινίσει το πώς θα συμβάλει στην κάλυψη του κενού, αποσαφηνίζοντας παρά ταύτα πως αυτή η απορρέουσα αβεβαιότητα δεν επηρεάζει τη συμμετοχή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα, καθώς αυτό είναι πλήρως χρηματοδοτημένο έως «βαθιά μέσα στο 2014». Η πολιτική του Ταμείου ορίζει πως ένα πρόγραμμα πρέπει να είναι χρηματοδοτημένο σε βάθος 12 μηνών.

Επιπλέον
, ο αξιωματούχος του Ταμείου αρνήθηκε να σχολιάσει εκτενώς το ενδεχόμενο «κουρέματος» των διακρατικών δανείων που έχουν παράσχει κράτη μέλη της ευρωζώνης στη χώρα μας, η οποία αναφέρεται στην έκθεση, λέγοντας με νόημα πως η συμφωνία του Δεκεμβρίου για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και οι παραχωρήσεις των νομισματικών εταίρων μας έχουν ήδη οδηγήσει «στον κόσμο του OSI».

Στόχος της συμφωνίας μεταξύ Eurogroup και ΔΝΤ είναι η μείωση του ελληνικού δημόσιου χρέους στο 124% του ΑΕΠ έως το 2020, και κάτω από το 110% έως το 2022.

Νέα μέτρα στο «επίπονο» πρόγραμμα, έχουμε περάσει του δρόμου τα μισά

Τέλος, αναφερόμενος στον δρόμο που έχει ακόμα να διανύσει η Ελλάδα, ο κ. Τόμσεν σχολίασε πως η χώρα μας έχει πλέον ξεπεράσει τα μισά του προγράμματος, με την οικονομία να είναι πλέον «περισσότερο ανταγωνιστική».

Ο κ. Τόμσεν αναγνώρισε ότι η μείωση των μισθών δεν είχε μέχρι τώρα αντανάκλαση στις τιμές χαρακτηρίζοντας το ως σημαντικό πρόβλημα, ενώ αξιολόγησε ως μεγαλύτερη απογοήτευση από την αρχή του προγράμματος τη φορολογική διοίκηση και την αξιοσημείωτη αποτυχία στην είσπραξη φορών.

Παρά ταύτα, αν και «η προσαρμογή έχει υπάρξει εξαιρετικά επίπονη», απομένουν «ακόμα πολλά να γίνουν», και σε περίπτωση που η έκβαση της κατάστασης εκτυλιχθεί «πολύ χειρότερα» του αναμενόμενου δεν μπορεί να αποκλεισθεί η επιβολή νέων μέτρων, κατέληξε ο κ. Τόμσεν.Πηγή: Αλέξανδρος Μαράκης