Oρόσημο η μείωση της απόδοση του 10ετούς ομολόγου κάτω απο 1%

Το θεαματικό ράλι των ελληνικών ομολόγων (σύμφωνα με τους Financial Times) οδήγησε σε ένα νέο ορόσημο την αγορά: την υποχώρηση της απόδοσης του 10ετούς ομολόγου κάτω από το 1%. Για πρώτη φορά, στην πρόσφατη τουλάχιστον ιστορία, το κόστος δανεισμού για το Ελληνικό Δημόσιο έπεσε κάτω από το φράγμα του 1%, παρόλο που τα ελληνικά ομόλογα συνεχίζουν σύμφωνα με τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης να συγκαταλέγονται στα λεγόμενα junk bonds .

Μόλις τον περασμένο μήνα ο οίκος αξιολόγησης Fitch Ratings αναβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας στην κατηγορία BB, η οποία, όμως, βρίσκεται δύο βαθμίδες κάτω από τη λεγόμενη επενδυτική κατηγορία, η οποία αποτελεί και το διαβατήριο τόσο για τη συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) την Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας όσο και την συμμετοχή τους στους παγκόσμιους δείκτες ομολόγων.

Στελέχη τραπεζών που δραστηριοποιούνται στη δευτερογενή αγορά ελληνικών ομολόγων αποδίδουν τις εξαιρετικές αυτές επιδόσεις σε τρείς κυρίως παράγοντες. Πρώτον, στις συγκριτικά καλύτερες αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας σε σχέση με αυτές της ΕΕ Υπενθυμίζεται ότη ΕΚΤ προβλέπει ότι το ΑΕΠ της ευρωζώνης φέτος θα αυξηθεί μόλις κατά 1,1%, έναντι 2,5% που είναι η πρόβλεψη της Τράπεζας της Ελλάδος για την ελληνική οικονομία. Ο δεύτερος παράγοντας συνδέεται με το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που εφαρμόζει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, το οποίο εκτιμάται ότι θα συμβάλλει στην επίτευξη της φιλόδοξης πρόβλεψης. Ταυτόχρονα το προφίλ της κυβέρνησης, μέχρι στιγμής, φαίνεται να είναι πιο φιλικό προς τις επενδύσεις και τους επενδυτές, γεγονός που ενθαρρύνει ξένους οίκους να τοποθετηθούν σε ελληνικά ομόλογα και μετοχές. Τρίτον, μέσα σε ένα ευνοικό διεθνή περίγυρο, τα ελληνικά ομόλογα παρά το νέο ρεκόρ τους συνεχίζουν να προσφέρουν τις υψηλότερες επιδόσεις στην ευρωζώνη, γεγονός που αν συνδυαστεί με το αίσθημα ασφάλειας που αρχίζει να εμπαιδώνεται, τα καθιστούν ελκυστικά για τους επενδυτές.

Ετσι σήμερα στη διάρκεια της συνεδρίασης η απόδοση του 10ετούς ομολόγου υποχώρησε ως το 0,949%, του 5ετούς στο 0,30% και του 15ετούς στο 1,38%.

Στο Ηλεκτρονικό Σύστημα Συναλλαγών της Τραπέζης της Ελλάδος καταγράφηκαν συναλλαγές ύψους 88 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 68 εκατ. ευρω αφορούσαν σε εντολές αγοράς. Η μεγαλύτερη συναλλακτική δραστηριότητα καταγράφηκε στο 15ετές ομόλογο με 16 εκατ. ευρώ. Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου αναφοράς διαμορφώθηκε στο 0,99% απο 1,04% χθες, έναντι -0,38% του αντίστοιχου γερμανικού τίτλου με αποτέλεσμα το περιθώριο να υποχωρήσει στο 1,37% από 1,43% χθες.

Στην αγορά συναλλάγματος υποχωρεί σήμερα το ευρώ, με αποτέλεσμα το απόγευμα το ευρωπαικό νόμισμα να διαπραγματεύται στα 1.0896 δολ. απο 1,0914 δολ.που άνοιξε η αγορά.

Θετικό το κλίμα για το δολάριο καθώς παραμένει ευνοϊκό το επενδυτικό κλίμα, με τις μετοχικές αγορές στις ΗΠΑ και στην Ευρωζώνη να καταγράφουν νέα ιστορικά υψηλά. Σημειώνεται οτι ο επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ στην κατάθεσή του στη Βουλή υποστήριξε ότι οι κίνδυνοι για την οικονομία παραμένουν, καθώς και ότι παρακολουθούνται στενά οι εξελίξεις αναφορικά με τις πιθανές επιπτώσεις που θα έχει στην παγκόσμια οικονομία η εξάπλωση του κορωναϊού στην Κίνα. Ανέφερε, επίσης, ότι η τρέχουσα νομισματική πολιτική είναι η κατάλληλη προκειμένου να στηρίξει την ανάπτυξη της οικονομίας και να οδηγήσει τον πληθωρισμό περί του συμμετρικού στόχου του 2%.

Στη διατραπεζική αγορά τα επιτόκια στις περισσότερες περιόδους δεν σημείωσαν αξιόλογη μεταβολή. Ετσι στη διάρκεια ενός έτους κυμαίνοταν στο -0,278%, στη διάρκεια των 6 μηνών στο -0,337%, στη διάρκεια των 3 μηνών στο -0,396% και στο μήνα στο -0,453%.

Η ενδεικτική τιμή για την ισοτιμία ευρώ-δολαρίου που ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διαμορφώθηκε στα 1,0914 δολ.

«Για πρώτη φορά, η απόδοση των 10ετών ομολόγων στην Ελλάδα μειώνεται κάτω από το 1%.», έγραψε στο Twitter ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης και πρόσθεσε: «Ένα σημείο αναφοράς που θεωρήθηκε κάποτε αδύνατο, έχει επιτευχθεί. #Greece βρίσκεται τώρα σε μια τροχιά ανάπτυξης που έχει μεγάλες δυνατότητες και ευκαιρίες για τους παγκόσμιους επενδυτές».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ