Όμιλος ΤΙΤΑΝ: Αύξηση 7,6% των πωλήσεων στο πρώτο εξάμηνο του 2024

Τα κέρδη EBITDA διαμορφώθηκαν σε 281,4 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 16,7% έναντι του πρώτου εξαμήνου του 2023, παρά τη συνεχιζόμενη πίεση συντελεστών του κόστους -όπως είναι το κόστος εργασίας, το κόστος μεταφοράς και οι τιμές των πρώτων υλών- σε όλες τις περιοχές στις οποίες δραστηριοποιούμαστε και παρά τα ιδιαίτερα αυξημένα επίπεδα των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα.

Αύξηση 7,6% παρουσίασαν κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024 οι πωλήσεις του Ομίλου ΤΙΤΑΝ και διαμορφώθηκαν σε 1,323 δισ. ευρώ, με όλους τους γεωγραφικούς τομείς να συμβάλλουν στην άνοδο του κύκλου εργασιών και τους όγκους πωλήσεων να αυξάνονται, με αποτέλεσμα να επιτευχθούν για άλλη μια φορά δυναμικές επιδόσεις, όπως επισημαίνεται σε σχετική ανακοίνωση. Οι τιμές του τσιμέντου διατηρήθηκαν σε καλά επίπεδα και οι διακυμάνσεις σε επίπεδο περιοχών ήταν μικρές, ενώ πραγματοποιήθηκαν επιλεκτικά αυξήσεις τιμών στα αδρανή υλικά και στο έτοιμο σκυρόδεμα. Η λειτουργική αποδοτικότητα μέσω της υψηλότερης παραγωγικότητας, βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας και ενίσχυσης των ψηφιακών διαδικασιών στην παραγωγή, συνέβαλε περαιτέρω στην κερδοφορία του Ομίλου.

Τα κέρδη EBITDA διαμορφώθηκαν σε 281,4 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 16,7% έναντι του πρώτου εξαμήνου του 2023, παρά τη συνεχιζόμενη πίεση συντελεστών του κόστους -όπως είναι το κόστος εργασίας, το κόστος μεταφοράς και οι τιμές των πρώτων υλών- σε όλες τις περιοχές στις οποίες δραστηριοποιούμαστε και παρά τα ιδιαίτερα αυξημένα επίπεδα των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα.

Το περιθώριο κερδοφορίας των τελευταίων δώδεκα μηνών (Ιούλιος 2023-Ιούνιος 2024) αυξήθηκε κατά 22,0%, χάρη και στην βελτιωμένη κερδοφορία του έτοιμου σκυροδέματος και των αδρανών υλικών. Οι κύριες αγορές του Ομίλου συνέχισαν σταθερά την ανοδική τους πορεία, ενώ η αγορά των ΗΠΑ κατέγραψε καλύτερες επιδόσεις, παρά τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες και την παρατεταμένη διατήρηση των επιτοκίων σε υψηλά επίπεδα. Η Ελλάδα ωφελήθηκε από την αυξανόμενη εγχώρια ζήτηση και οι πωλήσεις ενισχύθηκαν σε όλες τις κατηγορίες προϊόντων του Ομίλου, ενώ η Νοτιοανατολική Ευρώπη συνέχισε να κινείται ανοδικά, χάρη στην αυξημένη ζήτηση για τσιμέντο σχεδόν σε όλες τις χώρες.

Η ζήτηση στην αγορά της Τουρκίας παρουσίασε ισχυρή αύξηση, ενώ στην Αίγυπτο παρέμεινε σταθερή. Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024, τα καθαρά κέρδη μετά από φόρους και δικαιώματα μειοψηφίας (NPAT) αυξήθηκαν και διαμορφώθηκαν σε 148,7 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας άνοδο 34,1% έναντι της αντίστοιχης περιόδου πέρυσι. Η θετική δυναμική της ζήτησης στις αγορές του Ομίλου αποτυπώνεται σε όλες τις κατηγορίες προϊόντων, με τις εγχώριες πωλήσεις τσιμέντου να αυξάνονται σε 8,7εκ. τόνους, καταγράφοντας άνοδο 3% έναντι του πρώτου εξαμήνου του 2023. Επιπλέον, επιτεύχθηκε αύξηση των εξαγωγών τσιμέντου και κλίνκερ. Παρόμοιες ανοδικές τάσεις καταγράφηκαν και στα υπόλοιπα προϊόντα μας: οι πωλήσεις έτοιμου σκυροδέματος αυξήθηκαν κατά 8% έναντι της αντίστοιχης περιόδου πέρυσι και οι πωλήσεις αδρανών υλικών αυξήθηκαν κατά 3%. Οι πωλήσεις τσιμεντόλιθων και ιπτάμενης τέφρας επίσης αυξήθηκαν σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2023.

Στην Ελλάδα οι επιδόσεις κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους ήταν πολύ ισχυρές και οι εγχώριες πωλήσεις τσιμέντου, αδρανών υλικών, έτοιμου σκυροδέματος και κονιαμάτων αυξήθηκαν σημαντικά. Η κατανάλωση προήλθε από τον κλάδο των κατοικιών, από έργα του ιδιωτικού τομέα αλλά και από επενδύσεις που σχετίζονται με τον τουρισμό, οι οποίες χαρακτηρίζουν την περίοδο πριν από το καλοκαίρι -την κύρια τουριστική σεζόν της χώρας. Τα μεγάλα δημόσια έργα υποδομών ακόμη δεν είχαν την αναμενόμενη δυναμική, αναμένεται όμως να λειτουργήσουν θετικά μετά το καλοκαίρι. Οι τιμές του τσιμέντου διατηρήθηκαν σε καλά επίπεδα, ενώ υπήρξαν αυξήσεις στα υπόλοιπα προϊόντα, όπως στα αδρανή, στο έτοιμο σκυρόδεμα και στα κονιάματα. Ωστόσο, οι υψηλότερες τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας και οι χαμηλότερες -σε σχέση με τις υψηλές τιμές του 2023- τιμές των εξαγωγών τσιμέντου προς τις ΗΠΑ περιόρισαν την κερδοφορία της Ελλάδας. Τα ποσοστά θερμικής υποκατάστασης στο εργοστάσιο του Καμαρίου, μετά τη λειτουργία του προασβεστοποιητή, αυξήθηκαν σε επίπεδα ρεκόρ και ξεπέρασαν το 50%, ενώ έχουν ήδη προγραμματιστεί κι άλλες συμπληρωματικές επενδύσεις με στόχο την περαιτέρω βελτιστοποίηση της χρήσης εναλλακτικών καυσίμων, όπως για παράδειγμα με την αύξηση της χρήσης υδρογόνου. Κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους, ο Όμιλος έθεσε επίσης σε κυκλοφορία το «CEM IV», το νέο ποζολανικό τσιμέντο με πολύ χαμηλότερο αποτύπωμα άνθρακα έναντι του «CEM ΙΙ» που χρησιμοποιείται σήμερα και φιλοδοξεί να υποκαταστήσει το 70% των πωλήσεων του «CEM ΙΙ» έως τα τέλη του έτους, αποτελώντας μια σημαντική πρόοδο με στόχο τη μείωση των εκπομπών CO2. Οι συνολικές πωλήσεις για την Ελλάδα και τη Δυτική Ευρώπη κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024 αυξήθηκαν κατά 10,7% έναντι της αντίστοιχης περιόδου πέρυσι καιvανήλθαν σε 218,5 εκατ. ευρώ ενώ τα κέρδη EBITDA διαμορφώθηκαν στα 30,9 εκατ. ευρώ έναντι 36,3 εκατ. ευρώ κατά το πρώτο εξάμηνο του 2023.

Ο Marcel Cobuz, Πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής του Ομίλου δήλωσε: «Το πρώτο εξάμηνο του έτους καταγράψαμε εξαιρετικές επιδόσεις, με σαφή επικέντρωση στις εμπορικές δραστηριότητες και επιταχυμένη υλοποίηση της στρατηγικής του Ομίλου για το 2026 σε όλες τις αγορές μας. Επιδιώκουμε την υλοποίηση στρατηγικών έργων, δημιουργώντας αξία για όλους του συμ-μετόχους, εστιάζοντας στη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα, τον ψηφιακό μετασχηματισμό και προάγοντας τον εμπορικό μετασχηματισμό και την άριστη εξυπηρέτηση των πελατών μας».

Ο Μιχάλης Κολακίδης, διευθύνων σύμβουλος της TCI & οικονομικός διευθυντής του Ομίλου δήλωσε: «Είμαστε ιδιαίτερα ικανοποιημένοι από τις δυναμικές επιδόσεις μας μέχρι στιγμής φέτος, οι οποίες ήταν αποτέλεσμα των ισχυρών πωλήσεων, των βελτιωμένων λειτουργικών επιδόσεων και της αύξησης της κερδοφορίας. Η ενίσχυση των οικονομικών μας μεγεθών, μας δίνει την δυνατότητα για περαιτέρω επενδύσεις στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, καθώς και για συνεχή δημιουργία αξίας. Είμαστε αισιόδοξοι ότι οι προσπάθειές μας θα δημιουργήσουν περαιτέρω αξία για τους συμ-μετόχους μας το δεύτερο εξάμηνο του έτους και μετά».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ