ΙΟΒΕ: Ανάπτυξη 2,1% το 2024 στην Ελλάδα - Πτώση των εξαγωγών

Ο ΙΟΒΕ «βλέπει» ανάπτυξη για το 2024 οριακά υψηλότερη έναντι του 2023

Ετήσια ανάπτυξη +2,1% το 2024, οριακά υψηλότερη έναντι του 2023, με ώθηση από την ενίσχυση των επενδύσεων (+14,1%, πάγιες επενδύσεις +9,7%) και την ανθεκτική στις πληθωριστικές πιέσεις κατανάλωση των νοικοκυριών (+1,3%, συνολική κατανάλωση +0,9%) εκτιμά το ΙΟΒΕ στην τριμηνιαία έκθεση του. Στον εξωτερικό τομέα, αναμένεται επιδείνωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, με τις εισαγωγές σε σταθερές τιμές να αυξάνονται ετησίως κατά +1,8% και τις εξαγωγές να μειώνονται οριακά κατά -0,4%.

Σημαντικοί κίνδυνοι απορρέουν από τη σφιχτότερη δημοσιονομική πολιτική, την επιδείνωση του εξωτερικού ισοζυγίου, τη διατήρηση του πληθωρισμού και της αβεβαιότητας σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο.

Στο πρώτο τρίμηνο του 2024 το ποσοστό ανεργίας παρουσίασε αύξηση κατά 0,3 ποσοστιαίες μονάδες, στο 12,1% από 11,8% ένα έτος νωρίτερα. Οι τομείς με τη μεγαλύτερη ετήσια άνοδο στην απασχόληση ήταν ο τουρισμός, η εστίαση, οι μεταφορές και οι κατασκευές. Ο δείκτης μισθολογικού κόστους παρουσίασε άνοδο το α' τρίμηνο 2024, ενώ οριακή αύξηση κατέγραψε και η συμμετοχή στην εργασία. Καθώς η χώρα προσεγγίζει μονοψήφιο ποσοστό ανεργίας, περαιτέρω μειώσεις κατά τα επόμενα τρίμηνα θα είναι αναπόφευκτα βραδύτερες. Η απασχόληση, εκτιμά το ΙΟΒΕ, αναμένεται να ενισχυθεί ηπιότερα το 2024, λόγω της ανοδικής τάσης σε κατανάλωση, επενδύσεις και σε επιμέρους τομείς της βιομηχανίας και των υπηρεσιών. Το ποσοστό ανεργίας για το 2024, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ, αναμένεται να διαμορφωθεί στην περιοχή του 10,3%.

Ο ρυθμός μεταβολής του ΓΔΤΚ διαμορφώθηκε στο 2,8% το α΄ εξάμηνο του 2024, από άνοδο 4,2% ένα έτος πριν. Η ενίσχυση των τιμών οφείλεται κυρίως στη θετική επίδραση της εγχώριας ζήτησης, καθώς και της επίμονης πληθωριστικής πίεσης σε αγαθά πρώτης ανάγκης, όπως τα τρόφιμα. Το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι οι τιμές θα διατηρηθούν σε ηπιότερη ανοδική τροχιά στο σύνολο του τρέχοντος έτους, στην περιοχή του 3,0%, λόγω κυρίως της αναμενόμενης ανόδου των τιμών στα ενεργειακά αγαθά.

Στο τραπεζικό σύστημα, μεταξύ των θετικών τάσεων, ξεχωρίζουν η πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις, οι βελτιωμένοι δείκτες οργανικής κερδοφορίας, ρευστότητας και κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών, καθώς και το χαμηλότερο κόστος δανεισμού του ιδιωτικού τομέα σε συνδυασμό με τη σύγκλισή του με το αντίστοιχο κόστος σε άλλες χώρες. Στις αρνητικές τάσεις, συγκαταλέγονται η αύξηση μετά από οκτώ χρόνια στο ποσοστό των ΜΕΔ των τραπεζών, το υψηλό απόθεμα κόκκινων δανείων εντός και εκτός τραπεζικών ισολογισμών, η αύξηση της έκθεσης των τραπεζών σε κρατικά ομόλογα, η πιστωτική συρρίκνωση προς νοικοκυριά και το υψηλό περιθώριο επιτοκίου. Η έγκαιρη εφαρμογή του διευρυμένου δανειακού σκέλους του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αποτελεί ευκαιρία αλλά και στοίχημα για τη χρηματοδότηση παραγωγικών επενδύσεων με ευνοϊκούς όρους.

Στη διάρκεια της παρουσίασης της Έκθεσης ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, Καθηγητής Νίκος Βέττας, τόνισε τη σημασία των επενδύσεων στο νέο παραγωγικό υπόδειγμα, ενώ επεσήμανε τις προκλήσεις στο διεθνές περιβάλλον, κάνοντας παράλληλα αναφορά στην οικονομική πορεία της χώρας που συμπληρώνει 50 έτη δημοκρατίας.

Μεταξύ άλλων, σημείωσε:

• Οι επενδύσεις είναι κομβικές για την ελληνική οικονομία τόσο βραχυχρόνια όσο και μακροχρόνια. Βραχυχρόνια, ορισμένοι παράγοντες που στήριξαν την άνοδο της κατανάλωσης και των εξαγωγών φθίνουν. Προκειμένου να διατηρηθεί ο ρυθμός μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας πρέπει να καταγραφεί υψηλός ρυθμός αύξησης επενδύσεων.

• Το συσσωρευμένο επενδυτικό κενό παραμένει μεγάλο. Για να επιτευχθούν υψηλοί ρυθμοί μεγέθυνσης μακροχρόνια, είναι προϋπόθεση οι επενδύσεις στη χώρα να αυξάνονται με πολλαπλάσιο ρυθμό από αυτό της υπόλοιπης οικονομίας.

• Το μείγμα των επενδύσεων έχει υψηλή σημασία μεσοπρόθεσμα, ώστε να υποστηρίζουν πρωτίστως εξαγωγικές δραστηριότητες και νέα παραγωγή, με καινοτομία. Σε αυτή την κατεύθυνση δύναται να συμβάλουν η σταθεροποίηση ενός ευνοϊκού ρυθμιστικού και φορολογικού πλαισίου και η υποβοήθηση της ανάπτυξης ανθρώπινου κεφαλαίου.

• Καθοριστική είναι η διαμόρφωση των συνθηκών για περαιτέρω μείωση της ανεργίας και ενίσχυση του εργατικού δυναμικού. Η σταδιακή μετατόπιση της παραγωγής προς υψηλότερη αξία είναι ο μόνος τρόπος να επιτευχθεί υψηλή ευημερία στη χώρα τα επόμενα χρόνια.

• Το διεθνές περιβάλλον παρουσιάζει έντονες οικονομικές και γεωπολιτικές προκλήσεις που ενδέχεται να δυσχεράνουν την πορεία των εξαγωγών και των επενδύσεων.

• Η ελληνική οικονομία συμπληρώνει 50 χρόνια από τη μεταπολίτευση, κατά τη διάρκεια της οποίας καταγράφηκαν σημαντική πρόοδος αλλά και χαμένες ευκαιρίες. Τα εισοδήματα μεγεθύνθηκαν, οι ανισότητες μειώθηκαν, η αξία των περιουσιών αυξήθηκε, οι υποδομές βελτιώθηκαν. Η ενσωμάτωση στους Ευρωπαϊκούς θεσμούς συνέβαλε στην ενίσχυση της σταθερότητας. Όμως, καταγράφηκε υστέρηση του ρυθμού ανάπτυξης συγκριτικά με τις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες και διευρυμένος δημόσιος δανεισμός, ενώ τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της μεγέθυνσης δεν διασφαλίζουν ισχυρή ανάπτυξη μακροπρόθεσμα.

• Έχοντας ισορροπήσει σε συνέχεια θετικών περιόδων αλλά και περιόδων βαθιάς κρίσης, η οικονομία μας βρίσκεται μπροστά στην πρόκληση της ενδυνάμωσης των ρυθμών μεγέθυνσης. Αυτό απαιτεί ενίσχυση της παραγωγικότητας, προτεραιότητα η οποία μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από παραγωγικές επενδύσεις σε φυσικό και ανθρώπινο κεφάλαιο.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ