Αχτίδα ελπίδας για τους καταναλωτές στη Γερμανία, μετά τις συνεχείς αυξήσεις τιμών τα τελευταία χρόνια: με βάση προσωρινά στοιχεία για τον μήνα Μάρτιο, που επιβεβαίωσε η Γερμανική Στατιστική Υπηρεσία, ο πληθωρισμός σε ετήσια βάση κυμαίνεται στο 2,2%. Πρόκειται για το χαμηλότερο ποσοστό από τον Μάιο του 2021.
Σύμφωνα με τη διευθύντρια της Στατιστικής Υπηρεσίας, Ρουτ Μπραντ, «η εξέλιξη των τιμών σε ενέργεια και τρόφιμα αναχαιτίζει τον πληθωρισμό για δεύτερο διαδοχικό μήνα. Τον περασμένο Μάρτιο τα περισσότερα είδη διατροφής ήταν πιο φθηνά από ό,τι έναν χρόνο πριν, κάτι που συνέβη για πρώτη φορά μετά τον Φεβρουάριο του 2015». Η μεγαλύτερη μείωση καταγράφεται στα νωπά λαχανικά (-20,1%). Ωστόσο, οι τιμές εξακολουθούν να καλπάζουν σε άλλα τρόφιμα, όπως τα φρούτα (+4,2%) και τα είδη ζαχαροπλαστικής (+8,4%). «Πρωταθλητής» στην άνοδο των τιμών παραμένει, για μία ακόμη φορά, το ελαιόλαδο (+54,1%).
Ανησυχητικό είναι ότι δομικός πληθωρισμός, στον οποίο δεν περιλαμβάνονται οι τιμές των τροφίμων και της ενέργειας, επιμένει στο 3,3%. Σημαίνει αυτό ότι η υποχώρηση των τιμών είναι μάλλον συγκυριακό φαινόμενο;
«Η εποχή του πανικού έχει παρέλθει»
Ο Ούλριχ Κάτερ, επικεφαλής οικονομολόγος της Τράπεζας Dekabank, εκτιμά ότι το μεγάλο κύμα αυξήσεων υποχωρεί. «Ο πανικός για την εξέλιξη του πληθωρισμού που επικρατούσε προ ετών έχει παρέλθει- και δικαιολογημένα έχει παρέλθει» επισημαίνει ο Κάτερ στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (dpa-AFX).
Στις προγνώσεις για το τρέχον έτος τα μεγαλύτερα οικονομικά ινστιτούτα της Γερμανίας εκτιμούν ότι ο πληθωρισμός θα κυμανθεί φέτος στο 2,3% έναντι 5,9% το 2023. «Είναι μάλλον απίθανο να επιστρέψουν οι τιμές των τροφίμων στα επίπεδα του 2020» λέει ο Σάσα Μέρλε, ερευνητής στο Ινστιτούτο IfO του Μονάχου.
Μιλώντας στην οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt ο Σεμπάστιαν Ντούλιεν, διευθυντής ερευνών του Ινστιτούτου Μακροοικονομίας και Οικονομικής Ανάπτυξης (IMK), το οποίο πρόσκειται στα συνδικάτα, συμφωνεί με την εκτίμηση ότι ο πληθωρισμός υποχωρεί. Σημειώνει όμως ότι αυτό φαντάζει οξύμωρο, αν αναλογιστούμε ότι «επί του παρόντος, η δημοσιονομική πολιτική που ακολουθείται παρασύρει προς τα άνω τις τιμές». Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η ανάκληση του πλαφόν στις τιμές της ενέργειας, η αύξηση του αντισταθμιστικού τέλους για εκπομπές CO2 και η επαναφορά του υψηλότερου συντελεστή ΦΠΑ στην εστίαση, ο οποίος είχε μειωθεί κατά την περίοδο της πανδημίας.
Για τους επαγγελματίες της εστίασης και του τουρισμού, όλα αυτά έχουν συνέπειες. Σύμφωνα με πρόσφατη ανακοίνωση του Γερμανικού Συνδέσμου Ξενοδόχων και Εστιατόρων (DEHOGA) το 75% των επιχειρήσεων του κλάδου έχει ήδη προχωρήσει σε ανατιμήσεις τους τελευταίους τρεις μήνες, ενώ μόλις το 3% έχει τη δυνατότητα να απορροφήσει την αύξηση του κόστους.
Πιο συγκρατημένος στις εκτιμήσεις του για υποχώρηση του πληθωρισμού είναι ο Κάι Χούντετς, διευθυντής του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου (IfH) στην Κολωνία. «Η εποχή της δραματικών ανατιμήσεων έχει περάσει», επισημαίνει. «Ωστόσο, οι αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας και των logistics έχουν πλέον εδραιωθεί και δεν πρόκειται να ανακληθούν…»
Ο καταναλωτής αντιδρά
Φαίνεται όμως ότι και η ψυχολογία του καταναλωτή συμβάλλει στην υποχώρηση του πληθωρισμού. Ο Κάι Χούντετς επισημαίνει ότι ο Γερμανός καταναλωτής είναι αποφασισμένος να αντιδράσει στην άνοδο των τιμών.
«Πολλοί αλλάζουν τις καταναλωτικές τους συνήθειες και ψωνίζουν πιο συχνά σε εκπτωτικά σούπερ-μάρκετ, ο τζίρος των οποίων αυξήθηκε κατά 10,3% μέσα στο 2023», λέει. «Ακόμη και μία ελάχιστη διαφορά στην τιμή παρακινεί τον καταναλωτή να επιλέξει διαφορετικό προϊόν ή ακόμη και διαφορετικό σούπερ-μάρκετ, κάτι που αναγκάζει τη βιομηχανία και το λιανεμπόριο να αντιδράσουν…»
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.