«Εάν το παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα δεν αλλάξει, τα ορυκτά καύσιμα θα προμηθεύουν περίπου το 85% της ενεργειακής ζήτησης το 2050, γεγονός που συνεπάγεται αύξηση κατά 50% των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και την επιδείνωση της αστικής ατμοσφαιρικής ρύπανσης», αναφέρει ο ΟΟΣΑ στην άποψή του για το περιβάλλον το 2050, που κυκλοφόρησε χθες ( 15 Μαρτίου).
Η παγκόσμια οικονομία το 2050 θα είναι τέσσερις φορές μεγαλύτερη από ό, τι σήμερα και ο κόσμος θα χρησιμοποιεί περίπου 80% περισσότερη ενέργεια.
Αλλά το παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα δεν αναμένεται να είναι πολύ διαφορετικό απ’ό,τι σήμερα, ανέφερε η έκθεση.
Τα ορυκτά καύσιμα όπως το πετρέλαιο, ο άνθρακας και το φυσικό αέριο θα καθιστούν το 85% των πηγών ενέργειας, ενώ οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των βιοκαυσίμων, αναμένεται να αποτελούν το 10% και η πυρηνική ενέργεια το υπόλοιπο.
Λόγω αυτής της εξάρτησης σε ορυκτά, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από τη χρήση ενέργειας αναμένονται να αυξηθούν κατά 70%, λέει ο ΟΟΣΑ, γεγονός που θα οδηγήσει στην αύξηση της παγκόσμιας μέσης θερμοκρασίας από 3 έως 6 βαθμούς Κελσίου μέχρι το 2100 - υπερβαίνοντας τον διεθνώς συμφωνημένο στόχο της αύξησης της θερμοκρασίας μόνο κατά 2 βαθμούς.
Οι παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από την ενέργεια ανήλθαν στο ύψος των 30,6 γιγατόνων το 2010, παρά την οικονομική ύφεση η οποία μείωσε τη βιομηχανική παραγωγή.
Το οικονομικό κόστος της μη ανάληψης περαιτέρω δράσης για το κλίμα θα μπορούσε να οδηγήσει σε απώλειες μέχρι 14% στην παγκόσμια κατά κεφαλήν κατανάλωση μέχρι το 2050, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις.
Το ανθρώπινο κόστος θα είναι επίσης υψηλό καθώς οι πρόωροι θάνατοι από την έκθεση στην ρύπανση θα μπορούσαν να διπλασιαστούν σε 3,6 εκατομμύρια το χρόνο, αναφέρει ο ΟΟΣΑ.
Η ζήτηση για νερό θα αυξηθεί κατά 55%, αυξάνοντας τον ανταγωνισμό για τις προμήθειες με επακόλουθα στο 40% του παγκόσμιου πληθυσμού που ζει σε άνυδρες περιοχές, ενώ φυτικά και ζωικά είδη θα μπορούσαν να μειωθούν κατά 10%.
Για να αποφευχθούν οι χειρότερες επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη, η διεθνής δράση για το κλίμα θα πρέπει να αρχίσει το 2013, μια παγκόσμια αγορά άνθρακα θα πρέπει να συσταθεί, ο τομέας της ενέργειας θα πρέπει να μετατραπεί σε χαμηλής περιεκτικότητας σε άνθρακα, και όλες οι χαμηλού κόστους προηγμένες τεχνολογίες θα πρέπει να διερευνηθούν, όπως η παραγωγή ενέργειας από βιομάζα και η δέσμευση διοξειδίου του άνθρακα.
Οι αγορές άνθρακα
Ωστόσο, μια νέα διεθνής συμφωνία για το κλίμα μπορεί να μην τεθεί σε ισχύ μέχρι το 2020 και οι αγορές διοξειδίου του άνθρακα μπορεί να μην συνδεθούν μέχρι τότε, καθιστώντας δυσκολότερη την επίτευξη του ορίου των 2 βαθμών και απαιτώντας πολύ ταχείς ρυθμούς μείωσης των εκπομπών μετά το 2020 για να καλύψουν τη διαφορά.
Οι τρέχουσες διεθνείς δεσμεύσεις περικοπής εκπομπών υπολείπονται αυτού που απαιτείται για τον περιορισμό της ανόδου της θερμοκρασίας σε ασφαλή επίπεδα οπότε η αποφασιστική δράση σε εθνικό επίπεδο είναι απαραίτητη, αναφέρει ο ΟΟΣΑ.
Η έκθεση υποστηρίζει ότι βάζοντας μια σαφή και μακροπρόθεσμη τιμή για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, μέσω μηχανισμών βασισμένων στην αγορά, όπως τα συστήματα εμπορίας εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα ή φόρων θα οδηγήσει σε χαμηλές σε άνθρακα επενδύσεις.
Η φθηνότερο πολιτική απάντηση στην αλλαγή του κλίματος θα ήταν να καθοριστεί μια συνολική τιμή του άνθρακα, που θα απαιτούσε τη σύνδεση διαφόρων εθνικών και περιφερειακών συστημάτων εμπορίας εκπομπών.
Η διάλυση αναποτελεσματικών επιδοτήσεων για ορυκτά καύσιμα θα ενθαρρύνει επίσης την ενεργειακή απόδοση και τις ανανεώσιμες πηγές ανάπτυξης – αυξάνοντας το παγκόσμιο πραγματικό εισόδημα κατά 0,3% το 2050, ανέφερε η έκθεση.
Ιστορικό
Η ΕΕ έχει θέσει νομικά δεσμευτικό στόχο για το 2020 για τη μείωση των εκπομπών αερίων CO2 κατά 20% και την αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων ενεργειών στο ενεργειακό μίγμα στο ίδιο ποσοστό, και τα δύο μετρημένα έναντι των επιπέδων του 1990.
Έχει τεθεί επίσης στόχος 20% αύξησης στην ενεργειακή απόδοση ωστόσο δεν είναι νομικά δεσμευτικός. Ο οδικός χάρτης για χαμηλά επίπεδα άνθρακα τον Μάρτιο αυτού του έτους σημείωσε ότι εάν επιτευχθούν, τότε οι μειώσεις των εκπομπών θα αυξηθούν αυτομάτως στο 25%, 5% πάνω από τον στόχο.
Τον Οκτώβριο του 2009, οι ηγέτες της ΕΕ θέσπισαν μακροπρόθεσμο στόχο μείωσης των εκπομπών των αναπτυγμένων κρατών κατά 80-95% μέχρι το 2050, συγκριτικά με τα επίπεδα του 1990. Αυτό είναι σύμφωνο με τις συστάσεις του Διακυβερνητικού Πάνελ για την Κλιματική Αλλαγή του ΟΗΕ, που σχετίζονται με τις καταστροφικές αλλαγές στο κλίμα της Γης. Πηγή: EurActiv.gr
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.