Στον «χωριό των καραβομαραγκών» όπως αλλιώς λένε τον Όρμο η ιστορία, οι ρίζες και το παρελθόν ζωντανεύουν μέσα από τεραστίων διαστάσεων γκράφιτι, σε μια αφήγηση με κεντρικό θέμα την θάλασσα, και την ναυτική παράδοση εν γένει, δηλαδή τον ακρογωνιαίο λίθο για την ανάπτυξη της περιοχής αλλά και την επιβίωση των κατοίκων της ανά τα χρόνια.
Τα σύγχρονα έργα τέχνης φιλοτεχνήθηκαν από τους Street Artists Simple G, Billy Gee, Alex Martinez και τον Yiakou, στα πλαίσια ενός καλλιτεχνικού πρότζεκτ με θέμα "Ταρσαναδες, καραβομαραγκοί και τα σκαριά του Όρμου".
Εξάλλου ο Όρμος κατ' ουσίαν ήταν ένας μεγάλος ταρσανάς.
Κοσμούν διάφορες γωνιές του χωριού, από τον λιμενοβραχίονα μέχρι εξωτερικούς τοίχους και προσόψεις σπιτιών.
Απεικονίζουν αναπαραστάσεις με θέμα την αλιεία, την ναυπηγική και την ναυτιλία.
Αποτίοντας έτσι τον δικό τους φόρο τιμής στο χθες, στον Όρμο Μαραθοκάμπου έχουν καταφέρει να κατακτήσουν μια καλλιτεχνική πρωτιά για το νησί της Σάμου αφού όπως εξηγεί μιλώντας στον ΣΚΑΙ η Πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου του Όρμου, ( ’γιος Νικόλαος), Μένη Βακίρη το μεγαλεπήβολο εγχείρημα αυτό φαίνεται πως είναι το μοναδικό μέχρι στιγμής σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Μάλιστα, έναυσμα για την πρωτοβουλία της Κα Βακίρη και των μελών του συλλόγου στάθηκε η προσπάθεια συγκέντρωσης ιστορικών αρχείων και κειμηλίων του τόπου.
Για τοιχογραφίες της αρμύρας μιλά η λογοτέχνης Έλσα Χίου
«Ο Όρμος Μαραθοκάμπου, ένα θαλασσοχώρι της Σάμου, αναστατώθηκε Αυγουστιάτικα, όταν οι τοίχοι των σπιτιών του γέμισαν από ζωγραφιές παλιών παραδοσιακών σκαριών, και μορφές καραβομαραγκών και πρωτομαστόρων.
Η εποχή των ιστιοφόρων και των ξύλινων καραβιών που χτίζονταν στους ταρσανάδες κατά μήκος της ακρογιαλιάς του, ανασύρθηκε απ τα οικογενειακά άλμπουμ των ασπρόμαυρων φωτογραφιών, και απαθανατίστηκε στους τοίχους των απογόνων.
Οι θαυματοποιοί αυτής της έκπληξης, ήταν οι καλλιτέχνες της εικαστικής δημιουργίας εικόνων με τη τεχνική του γράφιτι , και το παιχνίδισμα της τρισδιάστατης οπτικής των φωτοσκιάσεων. Υπογράφουν με τα καλλιτεχνικά τους ψευδώνυμα. Πρόκειται για τους Simple G, Billy Gee, Alex Martinez, και τον Yiakou.
Ήρθαν ετοιμοπόλεμοι στη Σάμο, με τα πολιτισμικά εργαλεία τους, και την ενθουσιαστική διάθεση ν αλλάξουν την όψη ενός χωριού, που θέλησε ν αντισταθεί στην ομοιομορφία του τουριστικού κατεστημένου, και να διασώσει κάτι απ τις μνήμες του παρελθόντος. Καλεσμένοι απ τον Πολιτιστικό Σύλλογο του Όρμου, ( ’γιος Νικόλαος), με τη πρωτοβουλία της προέδρου του, Μένης Βακίρη.
Με το καλωσόρισμα, φόρεσαν φανελάκια και βερμούδες της δουλειάς, έφτιαξαν σκαλωσιές, κουβάλησαν υλικά , και σύνεργα, κι άρχισαν με απίστευτη δεξιοτεχνία και ταχύτητα να μεταφέρουν στους τοίχους το παρελθόν του τόπου.
Τους βλέπαμε σκαρφαλωμένους στις σκαλωσιές μες το Αυγουστιάτικο λιοπύρι, με τις μάσκες και τα καπελάκια, σιωπηλούς και αθόρυβους, σεμνούς κι ευγενικούς, να τελετουργούν και ν αποκρυπτογραφούν την αρχέγονη τέχνη της ξυλοναυπηγικής, μέσα απ τη δική τους ταλαντούχα έκφραση.
Κι αναρωτιόμασταν πώς γίνεται, άνθρωποι που δεν μύρισαν ποτέ ρετσινωμένο μαδέρι απ τον κορμό της Τραχείας πεύκης του βουνού, που δεν οσμίστηκαν την άψα του κατραμιού, της πίσσας, και του μίνιου, που δεν είδαν , και δεν άκουσαν την πριονοκορδέλα της μηχανής να κόβει κορμούς, συσσωρεύοντας λόφους πριονιδιού στη ξύλινη παράγκα του ταρσανά, που δεν έσκυψαν πάνω στο σανιδένιο πλάτωμα του σχεδιασμού των σκαριών , τη σάλα, να διακρίνουν τις γραμμές και τις καμπυλώσεις των νομέων, και του κορακιού, στο πλωριό ποδόσταμο, πώς γίνεται να αναπαριστούν με ακρίβεια, τις κουπαστές, τα τοξωτά ζωνάρια και τις σαϊτιές των γραμμών, των αγγελοκάμωτων καραβιών πάνω στη τραχιά λευκότητα τσιμεντένιων επιφανειών;
Να είναι η αυθεντική συνάντηση, ανθρώπου από άνθρωπο; Η μυστική συνάντηση της τεχνουργίας και χειροτεχνίας του παλαιού ρίγους με το καινούριο; Μια εσώτατη σύμπραξη, όπου χέρια, δάκτυλα, κινήσεις, και τεχνογνωσία συμπλέκονται μέσα στον ιστορικό χρόνο της διαδοχικής καλλιτεχνικής δημιουργίας;
Πώς γίνεται και τα καινούρια έργα αγκαλιάζονται κι αλληλοπεριχωρούνται με τη παλιά πραγματικότητα; Η φυσική ώχρα του ασβέστη, με τη μολυβιά βιομηχανική απόχρωση. Η ξασπρισμένη πέτρα, με τη σιδερόχρωμη φωτοσκιά.
Η σκουριά, και το κοκκινόχωμα των αρμών της τοιχοποιίας του μονοκάμαρου σπιτιού, με το γκρι της παλιάς φωτογραφικής πατίνας .
Ο υποκίτρινος μαδημένος σοβάς του πέτρινου διώροφου του παλιού μυλωνά, με την φυσική απόχρωση των ξύλων του σκελετού ενός σκάφους, με τις πόστες του μινιαρισμένες , κι υψωμένες σαν χέρια σε ικεσία. Κι όλα αυτά μέσα σε μια ηρεμία δίπλα στη θάλασσα, και στο φυσικό τοπίο ενός μικρολίμανου, με μικρά και μεγάλα ψαράδικα στη σειρά, και τουριστικά κότερα στον από μέσα λιμενοβραχίονα.
Καθώς φαίνεται, η πραγματική κουλτούρα, είναι κάτι το γαλήνιο και καθόλου επιδεικτικό. Για τούτο και οι άνθρωποι του τόπου ξαφνιάστηκαν όταν είδαν τα καράβια της δικής τους θάλασσας, να βγαίνουν στη στεριά σιγανά, ελαφροπετώντας.
Χωρίς φωνές, χωρίς τα βροντερά προστάγματα του λιμανιού, χωρίς την οχλοβοή γύρω απ τα φορτωμένα δίχτυα των μικρών ψαροκάϊκων, χωρίς τη παλιά λογοδιάρροια της φωναχτής ντοπιολαλιάς των γυναικών και των παιδιών στα καλωσορίσματα των ανθρώπων τους στο αγκυροβόλιο.
Πόσο γλυκιά και ήμερη βγήκε η μικρή ζωγραφισμένη μας πατρίδα, σιωπηλή και φωτισμένη, λουσμένη στο φως του νόστου και της μνήμης.
Γιατί το λίκνο του καθενός είναι κάτι ζωντανό. Είναι βιώματα ζωής. Αυτά είναι η ιδιαίτερη θαλασσινή μας πατρίδα. Μια σταλιά, αλλά πλατιά σε νόημα και πολιτισμική προσφορά στους ένδοξους πλόους των ξύλινων παραδοσιακών σκαριών, των χτισμένων με ιδρώτα και αξιοσύνη.
Ο Ιδρώτας των καλλιτεχνών της απαθανάτισης όλων αυτών, μας θύμισε τον ιδρώτα των καραβομαστόρων.
Ο μόχθος τους, συνέπλευσε με τις μνήμες των περασμένων ανθρώπων μας. Με τη ναυτική τους γλώσσα. Το σκληρό μεροκάματο από ήλιο σε ήλιο. Τις κοινωνικές τους αξίες.
Τους κινδύνους, τα ναυάγια, τα γοητευτικά τους αφηγήματα, και τη γενναιότητα της αγωνιστικής τους ζωής.
Κι ίσως γι αυτό κατάφεραν, να προσαρμώσουν την άυλη πολιτισμική κληρονομιά, και το παλιό νησιωτικό υλικό, με τα τεχνικά, και εκφραστικά μέσα της σύγχρονης εποχής. Αντλώντας απ τις πηγές των φωτογραφικών τους θεμάτων, αφού η φωτογραφία, είναι μια ομιλούσα απεικόνιση, που αφηγείται, οι ευαίσθητοι αισθητικά καλλιτέχνες μας, έγιναν αναγνώστες αυτής της οπτικής αφήγησης.
Στο γερασμένο πρόσωπο, του βαρκάρη, η ανάγνωση παραπέμπει στη τραγικότητα της μορφής, που ζει κι αισθάνεται τη φθορά , η οποία απαθανατίστηκε ως σταματημένος χρόνος , μιας περασμένης στιγμής. Γι αυτό και το κάθε έργο, έχει τη δική του μικροϊστορία, πραγματική, ή φαντασιακή, ανάλογα με τη μυθοπλαστική οπτική του θεατή.
Το μεγάλο καραβόσκαρο με εικαστικό πρωτομάστορα τον Alex Martinez. στα μέσα της δεκαετίας του 50, δέσποζε μεγαλόπρεπα σκαρωμένο στον ταρσανά, κι ύστερα τελειωμένο, πάνω στα βάζα και τα φαλάγγια του. Υπήρξε δημιούργημα θαυμαστό.
Τη μέρα που βαφτίστηκε στη θάλασσα, με το όνομα ’γιος Νικόλαος, γλίστρησε στο νερό, σα φευγαλέα ανατριχίλα. Σα να γράφτηκε προς τιμήν του, η φράση του Κόντογλου, ότι την στιγμή της καθέλκυσης, ο πρωτομάστορας ήταν ο πρωταγωνιστής και δημιουργός, στο πιο εξαίσιο, στο πιο τέλειο, στο πιο ποιητικό έργο, που έφτιαξε ποτέ ο άνθρωπος. Το ξύλινο καράβι.
Πρέπει να φανταστούμε το καϊκι της τοιχογραφίας μας, με ολάνοιχτα πανιά, σα φτερούγες αρχάγγελου, να φουσκώνουν στο φρέσκο αγέρα, και να το κάνουν να γέρνει στο πλάι, ελαφρά, γεμάτο δόξα κι ομορφιά.
Όταν ταξίδεψε κι αγκυροβόλησε, να περιμένει ναύλο στο Πασαλιμάνι, πέρασαν από μπροστά του καπεταναίοι και καραβομαραγκοί του Περάματος να το θαυμάσουν. Όσοι το γνώρισαν, και το καμάρωσαν τα ταξιδεύει, μας άφησαν τη μαρτυρία πως διέσχιζε τη θάλασσα, χωρίς ν αφήνει πίσω του απόνερα. Νόμιζες πως δεν το κυβερνούσε άνθρωπος, αλλά το ίδιο κυβερνούσε τον εαυτό του, με ζωντανή ψυχή.
Δούλεψε ως εμπορικό , με χωρητικότητα 430 τόνων στα Αιγαιοπελαγίτικα νησιά, και σε Μεσογειακά λιμάνια. Στο τελευταίο του ταξίδι φορτωμένο σιτάρι, έπεσε σε δύσκολη φουρτούνα, κι έσπασε το τιμόνι του. Προσάραξε ακυβέρνητο σε ξέρα κοντά στην Αλόννησο.
Το ωραίο καϊκι, βυθίστηκε ολομόναχο. Δεν παρέσυρε ψυχές στη σκοτεινή του κατάδυση στο λασπερό βυθό.
Το πλήρωμα των ιδιοκτητών του, πάλαιψαν μια ολόκληρη νύχτα με τα κύματα, κουρνιασμένοι σε μια κακοπαθημένη βάρκα, και βγήκαν ξημερώματα σε απόμερη στεριά, εξαντλημένοι, πληγωμένοι, με κατάγματα, και οδύνη. Σ ένα καλυβόσπιτο γιδοβοσκών, βρήκαν άσυλο, και σωτηρία.#Σάμος : Το χωριό #Όρμος Mαραθοκάμπου έκανε την ιστορία του Street Art (vid) https://t.co/yy05zNzqVv pic.twitter.com/V3cGbPrhOB
SKAI.gr (@skaigr) August 26, 2019
Όσοι αντίκρισαν την καταπληκτική του τοιχογραφία, ξέροντας την ιστορία του, ένοιωσαν την ανατριχίλα μιας νεκρανάστασης. Είχε κερδίσει τον έμψυχο ρόλο των αψύχων.
Έγινε σύμβολο της επίπονης θαλασσινής περιπέτειας, και της ελπιδοφόρας νέας ζωής. Και τραγουδήθηκε στην εκδήλωση προς τιμήν του αφανούς ναύτη, με τη χαρμολύπη της συλλογικής ψυχής του χωριού, και την εσώτατη χαρά της μνήμης για την αγωνιστική πλευρά, της προγονικής θαλασσινής ζωής.
Οι καλλιτέχνες ολοκλήρωσαν το έργο τους, και μας αποχαιρέτισαν. Κι εμείς θα θέλαμε να ξέρουν τι σημαίνει για την τοπική μας κοινωνία, αυτή η αναπαράσταση , που κάνει τους ανθρώπους της να βλέπουν, να θυμούνται , και να ξυπνά μέσα τους μια βαθιά καταγωγική συγκίνηση, και μια αισιόδοξη πεποίθηση, για τη δύναμη και τις δυνατότητες δημιουργίας που έχουμε, οι ταπεινοί ακρίτες του Αιγαίου, με χίλιες δυσκολίες μπροστά μας, έτοιμοι όμως να τις ξεπεράσουμε όπως τόσες άλλες φορές, στις δύνες και τις συμφορές της ιστορίας.
Οφείλουμε θερμές ευχαριστίες στους καλλιτέχνες , που η τέχνη τους, μας περιφρούρησε μ έναν ειρηνικό και αήττητο στόλο, έχοντας ορμητήριο τον λιμένα των αξιών και της πάτριας παράδοσης.
Και κάπως έτσι ένα μικρό χωριό στις ακτές της νοτιοδυτικής Σάμου διεκδικεί να γίνει ολόκληρο ένα Open Air Μουσείο
Πηγή ΦΩΤΟ: Νίκος Χατζηιακώβου- Πολιτιστικός Σύλλογος Όρμου Αγιος Νικόλαος
Πηγή Βίντεο: Simply G- Πολιτιστικός Σύλλογος ΌΡΜΟΥ Αγιος Νικόλαος
Πηγή: skai.gr/Μύριαμ Κιάσσου
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.