Θέατρο «Τζένη Καρέζη»: Ένας αιχμηρός «Αμπιγιέρ», βουτηγμένος στο μέλι...

Πάνε 34 χρόνια από τότε που «Αμπιγιέρ» του Χάργουντ πρωτοπαρουσιάστηκε σε ελληνική σκηνή 

Ένα θέατρο για το θέατρο. Το θέατρο, που είναι η ανακουφιστική «ποινή» του ανθρώπου στην καταδίκη του να ερμηνεύσει τα μυστήρια της ζωής. Ένα θέατρο για το θέατρο είναι μία τέτοια ποινή εις το τετράγωνο. Σκέψου να αναζητάς μία ζωή τις διεξόδους στις δαιδαλώδεις διαδρομές της ψυχής σου ενδυόμενος και εκδυόμενος ρόλους και στο τέλος, να ανακαλύπτεις ότι το νόημα της ύπαρξής σου κρύβεται σε αυτήν ακριβώς τη διαδικασία: στην αναζήτηση, που έχεις πια μετατρέψει σε τελετουργικό.

Το 1980 ο σερ Ρόναλντ Χάργουντ αποφάσισε να μετουσιώσει σε θεατρικό σενάριο την ακατάβλητη προσπάθεια ενός αμπιγιέρ να διατηρήσει ζωντανό το όνειρο στα βασιλεμένα μάτια του ηλικιωμένου σεξπηρικού πρωταγωνιστή του, συντηρώντας ταυτόχρονα και τον δικό του λόγο ύπαρξης. Επιστρατεύοντας την εμπειρία του από μία τέτοια μακρά προϋπηρεσία στην αληθινή ζωή, ο συγγραφέας μετέτρεψε την προσπάθεια του κεντρικού ήρωά του σε στόχο ζωής, ιερό καθήκον του ανθρώπου που είναι γραμματέας και εξομολογητής και ψυχοθεραπευτής και επιμελής νοσοκόμα που εγχύνει τις τονωτικές δόσεις στον καλλιτέχνη τον οποίο υπηρετεί, κάθε φορά που τον βλέπει να πιάνεται στις παγίδες του γήρατος, την κούραση και την άνοια.

Πάνε 34 χρόνια από τότε που «Αμπιγιέρ» του Χάργουντ πρωτοπαρουσιάστηκε σε ελληνική σκηνή με έναν ευέλικτο νεαρό (τότε) Τσακίρογλου να «τα σπάει» στον ομώνυμο ρόλο υπηρετώντας τον πληθωρικό σερ, Παπαμιχαήλ, που έδινε μία ακόμη παράσταση ζωής. Αλλά το θέατρο είναι ζωντανός οργανισμός, που βρίσκει νέους τρόπους έκφρασης, νέους πυρήνες στοχασμού και προβληματισμού, νέα κανάλια επικοινωνίας με το κοινό του. Οι ωραίες παραστάσεις μπορούν (ευτυχώς) να επαναλαμβάνονται διαφορετικά ιδωμένες συμπεριλαμβάνοντας τα δεδομένα των καιρών και των συρμών που διαδέχονται ο ένας τον άλλον.

Ένας δοκιμασμένος σκηνοθέτης - στρατηγός (Κώστας Γάκης) και μία χούφτα ικανοί ηθοποιοί - στρατιώτες είναι αρκετοί για να πιστωθούν μία μάχη που δίνεται και κερδίζεται τα βράδια, από την Τετάρτη έως και την Κυριακή στη σκηνή του θεάτρου «Τζένη Καρέζη», σ΄ αυτήν την ίδια σκηνή, όπου το 1989 εκείνο, το άλλο, team έδινε τη δική του θριαμβευτική μάχη. Οι συγκρίσεις ανάμεσα στις δύο παραστάσεις είναι παγίδα. Κάθε σύγκριση ανάμεσα σε ίδιες παραστάσεις είναι παγίδα. Πόσο μάλλον όταν ξετυλίγονται με τέτοια χρονολογική απόσταση η μία από την άλλη. Μια θεατρική δουλειά, είναι το -κατά Ιονέσκο- θρίλερ, για την εξέλιξη του οποίου αποφασίζει η εποχή και όχι ο συγγραφέας. 

Η παράσταση «Αμπιγιέρ»

Ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης (αυτή τη φορά) στον ρόλο του αμπιγιέρ Νόρμαν είναι η ήρεμη δύναμη, που σηκώνει τα πάντα όταν αυτά πέφτουν: τον κύριό του και τη συμβία του ή τους συνεργάτες του, ηθικά…, ελπίδες… Είναι εκείνος που μιλά ακατάπαυστα προσπαθώντας, θαρρείς, να αποτρέψει μία επικίνδυνη σιωπή δεύτερης σκέψης και παραίτησης να χωθεί ανάμεσα στον ίδιο και τον κύριό του. Η αλήθεια είναι ότι το πρόσωπο και η σωματοδομή αυτού του αμπιγιέρ μας δεν ευνοούν την εικόνα που δίνει ο συγγραφέας για τον ανάλαφρο, ευέλικτο, επιδέξια χειριστικό ομοφυλόφιλο Νόρμαν. Ο Σκιαδαρέσης, ωστόσο, παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες, με την εργατικότητά του και με την υπευθυνότητα που διακρίνει τις δουλειές του, φέρνει τον ήρωα στη μεριά του.

Από την άλλη, το τάλαντο του Μιχαηλίδη «ντύνει» ασφαλώς τον ανασφαλή, βροντώδη, γκρινιάρη σερ του Χάργουντ. Το εκτόπισμα του… υποκριτή που υποκρίνεται τον υποκριτή, καλύπτει θαυμάσια την απαίτηση του γερασμένου σερ, παρότι με μία «τσιμπημένη» ενέργεια και ευελιξία αντιστρόφως ανάλογη προς το κουρασμένο σώμα του ήρωα.

Όμορφα πλαισιώνουν τους δύο τους οι Μάρω Παπαδοπούλου, Τζένη Κόλλια, Απόστολος Πελεκάνος, Αντριάνα Ανδρέοβιτς, Γιώργος Γιατζιτζάκης, Ορφέας Τσαρέκας και Άγγελος Νεράντζης, στους ρόλους των συντελεστών που κόπτονται να διασφαλίσουν τη συνεπή παρουσία του κουρασμένου ηθοποιού στη σκηνή, ο καθείς για τον δικό του λόγο, όλοι, ωστόσο, τόσο προφανείς και τόσο ευδιάκριτοι μέσα στην αγωνία της επιβίωσης στη συνθήκη πολέμου (β΄ παγκόσμιος πόλεμος), κατά την οποία εξελίσσεται θεωρητικώς η υπόθεση.

Ο Γάκης τοποθετεί το μελίσσι γύρω από τον βασιλιά σε μεγαλύτερη απόσταση ασφαλείας από ό,τι το τοποθέτησε ο συγγραφέας πριν από τριάντα τόσα χρόνια. Η όποια εξάρτησή τους από τον πολυβραβευμένο ηθοποιό, είναι κυρίως υπαρξιακή, παρά συναισθηματική. Το αγνό κίνητρο της αφοσίωσης στον μέντορά τους «εμετρήθη, εζυγίσθη και ευρέθη ελλιπές», διότι ο πόλεμος (κατ΄ αντιστοιχία με τη σημερινή αγωνιώδη επιβίωση) μετατρέπει σε ναρκοπέδιο την έτσι κι αλλιώς δύσκολη ζωή και η «αποστρατεία» του σερ από τα θεατρικά δρώμενα σημαίνει ανεργία και πείνα για όλους. Περισσότερο, βέβαια, για τον Νόρμαν που βλέπει στο τέλος με τρόμο να χάνει τον διπλό λόγο της ύπαρξής του… «Πέθανε; Πώς πέθανε; Τι θα κάνω εγώ τώρα; Πώς θα ζήσω; (από πού θα αντλώ νόημα και πόρους ζωής;)».

Η παράσταση κυλάει ήσυχα, όμορφα. Σαν μάθημα αυτογνωσίας βουτηγμένο στο μέλι. Επειδή σημασία δεν έχει να λες -ακόμα και στον εαυτό σου- τις πικρές αλήθειες, αλλά πώς να τις λες...

Παραστάσεις: Τετάρτη: 19:00, Πέμπτη & Παρασκευή: 21:00, Σάββατο: 18:00 & 21:00, Κυριακή 18:00 - Θέατρο «Τζένη Καρέζη»: Ακαδημίας 3, τηλ.: 2103636144, 2103644921

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ