Η Μαρία Κάλλας ήταν η κορυφαία Ελληνίδα υψίφωνος, η απόλυτη ντίβα στον χώρο του λυρικού θεάτρου. Περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο λυρικό καλλιτέχνη του 20ού αιώνα, η Ελληνίδα Μαρία Κάλλας κυριάρχησε και άλλαξε για πάντα την πορεία της όπερας. Με τα μοναδικά φωνητικά και υποκριτικά της προσόντα ανανέωσε την όπερα και το ρεπερτόριό της, ιδιαίτερα το ιταλικό «μπελ-κάντο». Έφυγε από τη ζωή το πρωί της 16ης Σεπτεμβρίου 1977 από καρδιακή προσβολή, σε ηλικία 54 ετών.
Υπήρξε εργατική και δεν σταματούσε παρά μόνο όταν θεωρούσε ότι είχε αγγίξει το μέγιστο των δυνατοτήτων της. Η Μαρία Κάλλας υπήρξε η απόλυτη ντίβα. Η σκηνική παρουσία της σε συνδυασμό με το θερμό ταμπεραμέντο της μάγευαν τους θεατές όπου κι αν εμφανιζόταν.
Η μουσική της κατάρτιση, η πρωτοτυπία στις ερμηνείες της -με την ικανότητά της να πλάθει χαρακτήρες, να διεισδύει σε βάθος και στην ουσία να γίνεται η ίδια ο ρόλος– και η απόλυτη κυριαρχία της στο κοινό υπήρξαν αναμφισβήτητες. Η τραγουδίστρια που αναβίωσε το ξεχασμένο ρεπερτόριο του «μπελ-κάντο», η ερμηνεύτρια που μετέτρεψε τη σκηνή σε ένα συναρπαστικό θέαμα και αληθινό θέατρο, η προσωπικότητα που είχε την απόλυτη λάμψη της κορυφής, η Μαρία Κάλλας ήταν η όπερα.
Το 1940 προσλήφθηκε στη Λυρική Σκηνή του τότε Βασιλικού Θεάτρου και το 1941 πρωτοεμφανίστηκε ως «Βεατρίκη» στην οπερέτα Βοκκάκιος του Σουπέ. Στη συνέχεια και ως το 1945 πρωταγωνίστησε στην Τόσκα (1942, 1943), στον Κάμπο του Ντ' Αλμπέρ (1944, 1945), στην Καβαλερία Ρουστικάνα (1944), στον Πρωτομάστορα του Μανώλη Καλομοίρη (1944, το μόνο ελληνικό έργο που τραγούδησε), στον Φιντέλιο του Μπετόβεν (1944) και την οπερέτα Ο Ζητιάνος Φοιτητής του βιεννέζου συνθέτη Καρλ Μιλέκερ (1945).
Στις 24 Αυγούστου του 1960, η Μαρία Κάλλας ερμήνευσε στο Αρχαίο θέατρο Επιδαύρου τη Νόρμα του Βιντσέντζο Μπελίνι, έργο το οποίο η ίδια είχε ζητήσει για την πρώτη της εμφάνιση στο αρχαίο θέατρο. Δεν έχανε ποτέ την ευκαιρία να ξαναζήσει το δράμα και το πάθος της ηρωίδας. Τη στιγμή που τραγουδούσε την άρια «Κάστα ντίβα» αφέθηκαν στην ορχήστρα δύο λευκά περιστέρια, προκαλώντας θύελλα χειροκροτημάτων. Στο τέλος, ο ενθουσιασμός του κοινού ήταν τόσο μεγάλος που κάλεσαν την Κάλλας 10 φορές στη σκηνή.
Τον Ιανουάριο του 1964 η Μαρία Κάλλας πείθεται από το Φράνκο Τζεφιρέλι να συμμετάσχει σε μία νέα παραγωγή της «Τόσκα» στη σκηνή του Κόβεντ Γκάρντεν (Covent Garden). Η παράσταση εκθειάζεται από τους κριτικούς, ενώ ακολουθεί την ίδια χρονιά νέος καλλιτεχνικός θρίαμβος στην Όπερα των Παρισίων με τη «Νόρμα».
«Vissi d’arte, vissi d’amore», (Έζησα για τον Έρωτα, έζησα για την Τέχνη), ακούμε τη Μαρία Κάλλας να λέει σπαρακτικά και αγέρωχα στην όπερα «Tosca» του Πουτσίνι. Δεν είναι διόλου τυχαίο ότι η Κάλλας ανέκαθεν φρόντιζε να συνάπτει συναισθηματικές και ερωτικές σχέσεις με αρκετά, ως και πολύ, μεγαλύτερούς της σε ηλικία άντρες, που συνέβαινε μάλιστα να είναι δυναμικές, ενίοτε και δεσποτικές, προσωπικότητες.
O Μενεγκίνι, πατρική μορφή και είκοσι οχτώ χρόνια μεγαλύτερός της, θα συμβάλλει τα μέγιστα στη μεταμόρφωση της Μαρίας Σοφίας Άννας Καικιλίας Καλογεροπούλου, όπως είναι το πραγματικό της όνομα, σε Μαρία Κάλλας. Ωστόσο, ο έρωτάς της με τον Αριστοτέλη Ωνάση ήταν αυτός που έμεινε στην ιστορία.
Η Μαρία Κάλλας πέρασε στην αιωνιότητα στις 16 Σεπτεμβρίου 1977 στο Παρίσι.
Πηγή: skai.grΔιαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.