ΚΑΙΡΟΣ

«Κρατητήριο Ειδικού Τύπου»: Έκθεση - υπόμνηση για το κολαστήριο της Γκεστάπο στο Βερολίνο

«Κρατητήριο Ειδικού Τύπου» την είχε ονομάσει ο αιμοσταγής επικεφαλής της Ράινχαρντ Χάιντριχ, το «ξανθό τέρας», ο «δήμιος» όπως τον αποκαλούσαν και οι ίδιοι οι SS

Στις 30 Ιανουαρίου 1933 ο Αδόλφος Χίτλερ γίνεται καγκελάριος, τον Aπρίλιο ιδρύεται η Μυστική Kρατική Aστυνομία, η διαβόητη Γκεστάπο (Geheime Staatspolizei), και το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς κατασκευάζεται μια φυλακή στο υπόγειο του αρχηγείου της στο κέντρο του Βερολίνου. «Κρατητήριο Ειδικού Τύπου» την είχε ονομάσει ο αιμοσταγής επικεφαλής της Ράινχαρντ Χάιντριχ, το «ξανθό τέρας», ο «δήμιος» όπως τον αποκαλούσαν και οι ίδιοι οι SS, των οποίων ήταν υπαρχηγός. Ο αποκληθείς και «σφαγέας της Πράγας», ο οποίος πρωτοστάτησε επίσης στην εφαρμογή της «Τελικής Λύσης» για τους Εβραίους, δολοφονήθηκε το 1942 από Τσεχοσλοβάκους αντιστασιακούς.

Στην ιστορία των φυλακισμένων είναι αφιερωμένη η έκθεση με τίτλο «Εσωτερική φυλακή στα κεντρικά της Γκεστάπο στο Βερολίνο. Τρόμος και αντίσταση 1933-1945». Διοργανώνεται στο κέντρο τεκμηρίωσης και μνήμης της κτηνωδίας του ναζιστικού καθεστώτος «Τοπογραφία του Τρόμου», το οποίο βρίσκεται εκεί ακριβώς όπου βρίσκονταν το αρχηγείο της Γκεστάπο. Σήμερα υπάρχουν μόνον τα θεμέλιά του και μερικά ακάλυπτα υπόγεια κελιά. Σύμφωνα με τον επιμελητή της έκθεσης Αντρέας Ζάντερ: «Ο κύριος σκοπός της έκθεσης είναι να καταγράψει την ιστορία και να κρατήσει ζωντανή τη μνήμη των ανθρώπων που υπέφεραν εδώ».

Tα θεμέλια της Γκεστάπο σήμερα/ ΑΜΠΕ 

Η έκθεση αποδεικνύει ότι τo κτίριο της Γκεστάπο δεν ήταν αποκλειστικά η διοικητική έδρα του πανευρωπαϊκού δικτύου των SS και της Γκεστάπο, ένας χώρος όπου στεγάζονταν δηλαδή οι αποκληθέντες «ηθικοί αυτουργοί γραφείου», αλλά και τόπος φρικτών μαρτυρίων. Μετά από ενδελεχείς έρευνες δεκαετιών παρουσιάζεται η βιογραφία των φυλακισμένων με συνολικά 500 φωτογραφίες, έγγραφα και κείμενα. Μεταξύ 1933 και 1945 υπέφεραν εκεί περίπου 15.000 αντιφρονούντες, αποκλειστικά άντρες, για διάφορα χρονικά διαστήματα. Το αρχηγείο της Γκεστάπο έγινε συνώνυμο του τρόμου για όσους λίγους ήταν κατά του ναζιστικού καθεστώτος και προσπάθησαν να υπερασπισθούν τις αρχές τους. Βασανίστηκαν με μεθόδους Ιεράς Εξέτασης, οι οποίες ονομάστηκαν κατ΄ ευφημισμόν «ενισχυμένη ανάκριση», μερικοί αυτοκτόνησαν, άλλοι κατέληξαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και εκτελέστηκαν λίγο πριν την κατάρρευση του Γ΄ Ράιχ, ενώ μερικοί επέζησαν. Όταν τελείωναν οι ανακρίσεις της Γκεστάπο και δεν υπήρχαν επιβαρυντικά στοιχεία, εξεδίδετο η «εντολή αποφυλάκισης», η οποία συνήθως δεν κατέληγε σε πραγματική αποφυλάκιση, αλλά στη διεξαγωγή εικονικής δίκη. Ακόμα κι αν ο κατηγορούμενος αθωωνόταν, όμως, κάτι το οποίο συνέβη σε σπάνιες περιπτώσεις, η Γκεστάπο διέτασσε εκ νέου την αναπομπή της υπόθεσης με ταυτόχρονη νέα κράτηση αυτήν τη φορά σε άλλη φυλακή στρατόπεδο συγκέντρωσης.

Μέχρι το 1939 οι περισσότεροι κρατούμενοι ανήκαν στα απαγορευμένα, εν τω μεταξύ κόμματα, ενώ αργότερα -κατά τη διάρκεια του πολέμου- σε διάφορες ομάδες οι οποίες προσπάθησαν να οργανώσουν μια κάποια αντίσταση κατά του ναζιστικού καθεστώτος. Για τους περισσότερους η φυλακή αυτή ήταν ο πρώτος σταθμός μιας μακράς διαδρομής προς άλλες φυλακές ή στρατόπεδα συγκέντρωσης όπως το Ντάχαου. Μεταξύ τους ήταν επιφανείς χριστιανοδημοκράτες, σοσιαλδημοκράτες (όπως ο επικεφαλής της ΚΟ του SPD), κομμουνιστές (όπως ο Γ.Γ. του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος Έρνστ Τέλμαν και ο -νεαρός τότε- Έριχ Χόνεκερ), φιλελεύθεροι πολιτικοί και μαχητικοί προτεστάντες θεολόγοι και πασίγνωστοι συνδικαλιστές. Αργότερα «φιλοξενήθηκαν» τα μέλη της ομάδας που συμμετείχαν στην αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος κατά του Χίτλερ (20 Ιουλίου 1944), όπως ο Γιόχαν-Γκέοργκ Έλζερ. Στη μακρά λίστα συμπεριλαμβάνονταν και αλλοδαποί αντίπαλοι του εθνικοσοσιαλιστικού καθεστώτος οι οποίοι βρίσκονταν στην Γερμανία την περίοδο εκείνη όπως ο Γκιόργκι Ντιμοτρόφ, ο ηγέτης της μεταπολεμικής Βουλγαρίας, ή συνελήφθησαν αργότερα σε μάχες, όπως ο μεγάλος γιος του Στάλιν. Εν τω μεταξύ η εικόνα έχει συμπληρωθεί, αφού έγιναν γνωστά περισσότερα στοιχεία και για υψηλά ισταμένους της διοίκησης, όπως για παράδειγμα του διευθυντή της φυλακής Βίλχελμ Γκόγκαλλα, πάνω στον οποίο βρέθηκε τον Απρίλιο του 1945, όταν εγκατέλειπε το Βερολίνο με κατεύθυνση την Βαυαρία, η διαταγή εκτέλεσης του Έλζερ.

Ράινχαρντ Χάιντριχ/ Bundesarchiv

Στην έκθεση παρουσιάζονται διάφορες πτυχές της δράσης πολύ γνωστών αλλά και αγνώστων κρατουμένων. Με τις βιογραφίες τους φωτίζονται οι πρακτικές των διώξεων και συμπληρώνεται η εικόνα της δράσης των SS και της ναζιστικής Αστυνομίας κατά των αντιπάλων τους. Ολοκληρώνεται, δε, το έτος 1945 με αναφορά σε όσους εκ των επιζησάντων πολιτικών συνέβαλαν στην οικοδόμηση των δύο Γερμανιών, όπως ο χριστιανοδημοκράτης πρώην δήμαρχος Κολωνίας και πρώτος μεταπολεμικός καγκελάριος Κόνραντ Αντενάουερ.

Η έκθεση βασίζεται σε εντατικές έρευνες αρχείων μετά από 1980 οι οποίες αποδείχτηκαν ιδιάιτερα δύσκολες, αφού η Γκεστάπο κατάφερε έως το τέλος του πολέμου να καταστρέψει σχεδόν όλα τα σχετικά με τις συλλήψεις έγγραφα. Στοιχεία περιέχονται σε έγγραφα Δικαστηρίων όπως λ.χ. πρωτόκολλα των ανακρίσεων τα οποία δεν κάηκαν. Μετά το 1989 έγιναν επίσης 39 συνεντεύξεις πρώην κρατουμένων οι οποίες αποτελούν ένα σημαντικό συμπλήρωμα των αρχειακών εγγράφων. Επιπλέν, κατέστη δυνατόν να βρεθούν και να ερευνηθούν τα στοιχεία 3.000 φυλακισμένων.

Το 1823 ο ποιητής Χάινριχ Χάινε είχε γράψει προφητικά «Εκεί που καίγονται βιβλία, στο τέλος θα καούν και άνθρωποι», κάτι που επιβεβαιώθηκε μετά την καύση βιβλίων από τους ναζί στις 10 Μαίου 1933. Η λειτουργία του πρώτου κολαστηρίου της Γκεστάπο, ήταν με την σειρά του το προανάκρουσμα της ναζιστικής θηριωδίας. Ενενήντα χρόνια μετά το κτίριο της ανθρώπινης βαρβαρότητας παραμένει επίκαιρο, αφού το δημιούργημά του «ξανθού δήμιου» ήταν η απαρχή των θηριωδιών που θα εξαπλώνονταν σύντομα σε όλη την Ευρώπη.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ