Κλείσιμο

Μελετώντας την αρχαιότητα με τεχνολογία αιχμής: Το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών γιορτάζει 150 χρόνια

Το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών δραστηριοποιείται στην Ελλάδα εδώ και 150 χρόνια – συμβάλλοντας τα μέγιστα στην εξέλιξη της κλασικής αρχαιολογίας

Το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών (DAI) διεξάγει αρχαιολογικές έρευνες στην Ελλάδα εδώ και 150 χρόνια – με τη βοήθεια τεχνολογιών αιχμής και δορυφορικών εικόνων οι ερευνητές του DAI έχουν συμβάλει σημαντικά στην ψηφιοποίηση του κλάδου, ενώ συνεχίζουν την αναζήτηση αρχαίων θησαυρών.

Στις 22 Μαρτίου θα ξεκινήσει μία έκθεση του ελληνικού τμήματος του DAI, στην οποία θα παρουσιάζεται το έργο των ερευνητών του κατά τα 150 χρόνια λειτουργίας του Ινστιτούτου στην Ελλάδα. Μέσα από την έκθεση θα αναδεικνύεται και η εξέλιξη του κλάδου ανά τις δεκαετίες – από τους αρχαιολόγους τύπου… Ινδιάνα Τζόουνς, στους πιο συνετούς επαγγελματίες του σήμερα.

Όταν κατά τον 19ο αιώνα ομάδες αρχαιολατρών ξεκινούσαν για την Ελλάδα προς αναζήτηση αρχαιολογικών ευρημάτων, ο διάσημος Γερμανός αρχαιολόγος και αρχιτέκτονας Βίλχελμ Ντέρπφελντ τους συμβούλευε να πάρουν μαζί τους λίγες αποσκευές και μονάχα δύο παντελόνια, υπολογίζοντας ακόμη γύρω στις 22 δραχμές σε ημερήσια έξοδα για τις μετακινήσεις και τα έξοδα διαβίωσής τους. Ο Ντέρπφελντ έκανε και ο ίδιος έρευνες και ανασκαφές μεταξύ άλλων στην αρχαία Ολυμπία και την Τροία. Από το 1887 έως το 1912 διετέλεσε διευθυντής του DAI Αθηνών.

Επικεφαλής του DAI είναι σήμερα η αρχαιολόγος Κάτια Σπορν. Η έδρα του Ινστιτούτου, ένα νεοκλασικό κτήριο στην οδό Φειδίου 1, αποπνέει κυριολεκτικά ιστορία, καθώς πέραν της αρχιτεκτονικής αξίας του φιλοξενεί μία βιβλιοθήκη με περισσότερα από 90.000 βιβλία, καθώς και γύρω στα 150.000 φωτογραφικά ντοκουμέντα από τα 150 χρόνια ερευνών.

Τμήμα του Ανακτόρου των Αιγών στη Βεργίνα
Οι ξένοι εμπειρογνώμονες έχουν προσφέρει πολλά στην αρχαιολογία

Το ενδιαφέρον για την αρχαιολογία παραμένει ζωηρό

Το ενδιαφέρον των ανθρώπων για την αρχαιολογία παραμένει ζωηρό, όπως λέει η Σπορν, έχοντας μάλιστα διευρυνθεί τα τελευταία χρόνια μετά από μια προσωρινή συρρίκωσή του. Η προσέγγιση της αρχαιολογίας πάντως έχει διαφοροποιηθεί. «Σήμερα μας ενδιαφέρουν οι ιστορικές συνάφειες. Ενώ παλαιότερα διερωτώμασταν για παράδειγμα “πού θα μπορούσε να καταταχθεί ο ναός ως προς την αρχιτεκτονική τυπολογία ή τα γλυπτά του;”, σήμερα εστιάζουμε στο “ποια ήταν η λειτουργία του;”». Σε τι πλαίσιο κατασκευάστηκε ο ναός, ποια ήταν η πολιτική του σημασία και τι έκαναν οι άνθρωποι της εποχής, όταν τον επισκέπτονταν – τέτοια πράγματα ενδιαφέρουν τους επισκέπτες και τους αρχαιολόγους του σήμερα.

Επιπλέον, «παλαιότερα επιδιώκαμε να φέρουμε στο φως όσο το δυνατόν περισσότερα μνημεία και κατάλοιπα του παρελθόντος μπορούσαμε», παρατηρεί η Σπορν. Σήμερα αντιθέτως «οι ανασκαφές γίνονται αργά και προσεκτικά και καταγράφουμε λεπτομερώς κάθε μας βήμα». Και υπάρχουν και ορισμένα κομμάτια που συνειδητά αφήνονται ανέγγιχτα – προκειμένου να διαφυλαχθούν για τους αρχαιολόγους του μέλλοντος, οι οποίοι θα μπορούν να τα εξετάσουν με διαφορετικές μεθόδους, που δεν έχουν εφευρεθεί ακόμη.

Η μεγάλη συμβολή των ξένων αρχαιολόγων

Οι Έλληνες αρχαιολόγοι εκτιμούν πολύ τη συνεργασία με αρχαιολογικά ινστιτούτα του εξωτερικού – στην Ελλάδα υπάρχουν συνολικά 19 τμήματα ξένων αρχαιολογικών ινστιτούτων, μεταξύ άλλων ενός αμερικανικού, ενός γαλλικού και ενός βρετανικού. «Στα 150 χρόνια ιστορίας του το DAI έχει σταθεί στο ύψος του ρόλου του», δηλώνει ο Κώστας Πασχαλίδης, πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ), ο οποίος εξαίρει και τον «εξαιρετικά καινοτόμο τρόπο» με τον οποίο εργάζεται το DAI. Το Ινστιτούτο δρα πάντοτε σε στενό συντονισμό με το ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού, ενώ έχει και μεγάλο δίκτυο παγκοσμίως, με αποτέλεσμα «τα επιστημονικά ευρήματα να φτάνουν σε ολόκληρο τον κόσμο», όπως επισημαίνει ο Πασχαλίδης.

Η αρχαιολόγος Ελένη Στυλιανού τονίζει από την πλευρά της πόσο πολύτιμη είναι αυτή η βοήθεια για τους Έλληνες αρχαιολόγους: «Ο αριθμός των αρχαιοτήτων είναι τόσο μεγάλος που δεν θα μπορούσαμε ποτέ να κάνουμε όσα κάνουμε τώρα, εάν χρειαζόταν να εργαζόμαστε μόνοι μας». Εξάλλου, επισημαίνει, οι ξένοι αρχαιολόγοι δεν έχουν απλώς μεγάλη εμπειρία, αλλά λειτουργούν και πολύ μεθοδικά. «Η συνεργασία μας βασίζεται σε ένα δούναι και λαβείν: οι ξένοι εμπειρογνώμονες εντοπίζουν στην Ελλάδα αρχαιότητες, τις οποίες δεν θα μπορούσαν να βρουν στην πατρίδα τους. Και εμείς με τη σειρά μας επωφελούμαστε από την τεχνογνωσία και τη δουλειά τους, όπως και από την οικονομική συμβολή των ινστιτούτων».

Οι αρχαιολόγοι Λέβεντορ, Ντέρπφελντ και Σλήμαν στις Μυκήνες το 1885
Οι αρχαιολόγοι Λέβεντορ, Ντέρπφελντ και Σλήμαν στις Μυκήνες το 1885

Μελετώντας την αρχαιότητα με τεχνολογίες αιχμής

Οι διεπιστημονικές ομάδες του DAI στελεχώνονται από παντός είδους επιστήμονες: γεωλόγους, βιολόγους, παλαιοβοτανολόγους και ζωολόγους, κοινωνιολόγους και φυσικά επιστήμονες πληροφορικής. Και αξιοποιούν τεχνολογίες που οι προκάτοχοί τους δεν θα μπορούσαν ούτε να ονειρευτούν – μέχρι και αεροπλάνα, μη επανδρωμένα αεροσκάφη ή ακόμη και δορυφόρους.

Στα πλαίσια ενός πρόσφατου έργου οι εμπειρογνώμονες του DAI σάρωσαν με λέιζερ από αέρος μια έκταση 150 περίπου τετραγωνικών χιλιομέτρων στην κοιλάδα του ποταμού Κηφισού στον Παρνασσό. «Τα αποτελέσματα αυτής της σάρωσης χρησιμεύουν στη δημιουργία διαφόρων μοντέλων – όπως για παράδειγμα στην ψηφιακή αφαίρεση της βλάστησης της περιοχής, η οποία επιτρέπει στους ειδικούς να ανακαλύψουν τη μορφολογία του εδάφους», εξηγεί η Σπορν. Και η ομάδα βρήκε αυτό που έψαχνε: στην περιοχή εντοπίστηκαν 1.300 «ανωμαλίες», όπως λέγονται, που υποδεικνύουν την ύπαρξη αντικειμένων ανθρώπινης προέλευσης. «Ανακαλύψαμε χωριά, τα οποία ούτε οι ντόπιοι δεν θυμόντουσαν πως υπήρχαν», λέει η αρχαιολόγος.

Σε πρώτη φάση δεν μπορεί κανείς να γνωρίζει εάν τα ευρήματα αυτά ανήκουν στην περίοδο, με την οποία ασχολούνται οι αρχαιολόγοι του DAI – δηλαδή εάν τοποθετούνται χρονικά μεταξύ του μινωικού πολιτισμού στα 3000 π.Χ. έως την ύστερη αρχαιότητα στα 500 μ.Χ. Αυτό θα διαπιστωθεί κατά τη διάρκεια μίας πιο προσεκτικής εξέτασης των ανωμαλιών.

Υπάρχουν όμως πράγματι τόσο πολλά ευρήματα προς ανακάλυψη; Η αρχαιολόγος γελάει. «Μα φυσικά! Στην Ολυμπία για παράδειγμα ψάχνουμε ακόμη τον Ιππόδρομο». Αν και ο περιηγητής και γεωγράφος Παυσανίας είχε περιγράψει λεπτομερώς τον Ιππόδρομο σε σύγγραμμά του από το 150 μ.Χ., η τοποθεσία του δεν έχει ανακαλυφθεί ακόμη – αν και «ένας ιππόδρομος είναι μάλλον μεγάλος».

Η σύνδεση της αρχαιότητας με το σήμερα

Μαζί με τον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού στην Αθήνα, του Καλαποδίου στην Κεντρική Ελλάδα, του Ηραίου στη Σάμο και της κοιλάδας του Κηφισού, η αρχαία Ολυμπία συγκαταλέγεται στα σημαντικότερα έργα του DAI. Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες στην Ολυμπία ενδέχεται να υπήρχε ακόμη και λιμάνι. Και, εάν πράγματι διαπιστωθεί κάτι τέτοιο, τα όσα πιστεύουμε για τον τόπο αυτόν θα άλλαζαν σε μεγάλο βαθμό, όπως λέει η Σπορν.

Αυτό που συναρπάζει τους αρχαιολόγους είναι η σύνδεση της αρχαιότητας με το σήμερα. Με άλλα λόγια, το γεγονός ότι και στην αρχαιότητα υπήρχαν όλα όσα συμβαίνυον γύρω μας και σήμερα – η άνθηση του πολιτισμού, το εμπόριο, τα μεταναστευτικά ρεύματα, αλλά και φυσικές καταστροφές, όπως πλημμύρες και σεισμοί. Και ο τρόπος με τον οποίον αντιδρούσαν οι άνθρωποι εκείνη την εποχή σε όλα αυτά, αποτελεί και ένα από τα κύρια ερωτήματα που επιδιώκουν να απαντήσουν οι αρχαιολόγοι.