Εικοσιπέντε χρόνια μετά τον θάνατο της φωτογράφου Έλλης Σουγιουλτζόγλου-Σεραϊδάρη (1899-1998), γνωστής ως Nelly's, το Μουσείο Μπενάκη, όπου φυλάσσεται το πολύτιμο έργο της από το 1984, επανασυστήνει την δημιουργό στο σύγχρονο κοινό με την αναδρομική έκθεση «Nelly's», που εγκαινίασε απόψε στο Μπενάκη της Πειραιώς η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Η ΠτΔ εγκαινίασε την αναδρομική έκθεση «Nelly’s»:
«Μιας γυναίκας που καταπιάστηκε με μια τέχνη, η οποία στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα θεωρείτο κατ’ εξοχήν ανδρική, και την υπηρέτησε με τόλμη και έμπνευση» ανέφερε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
«Το εντυπωσιακό εύρος της θεματικής της, η χρήση νέων τεχνικών και μέσων που θα απέδιδαν καλύτερα το όραμά της, οι πειραματισμοί της με την έγχρωμη φωτογραφία, δίνουν το μέτρο μιας ανήσυχης δημιουργού που επιδίωκε τη συνεχή διεύρυνση των οριζόντων της. Συγχωνεύοντας γνώση και εμπειρία για να αποδώσει την εσωτερικότητα των μοντέλων της, μας έδωσε την περίφημη σειρά με τις γυμνές ή ημίγυμνες φωτογραφίες χορού που τράβηξε στην Ακρόπολη αποτυπώνοντας με έξοχο τρόπο την ελευθερία και την χάρη της κίνησης· τα πορτρέτα γνωστών Αθηναίων και ομογενών που φιλοτέχνησε εδώ και στην Αμερική, μέσα από τα οποία συγκροτείται ένα πολύ σημαντικό αρχείο της αθηναϊκής κοινωνίας και της ελληνικής ομογένειας· τη σειρά «Παραλληλισμοί», στην οποία επιχείρησε να συγκρίνει προσωπογραφικά βοσκούς και κοπέλες της ελληνικής υπαίθρου με αρχαία ελληνικά γλυπτά. Φωτογράφησε πρόσφυγες λίγο μετά την άφιξή τους στην Ελλάδα, ευαίσθητη στον πόνο τους, καθώς ήταν πρόσφυγας και η ίδια. Απεικόνισε με λυρική λιτότητα ταπεινές, λαϊκές συνοικίες της πρωτεύουσας, χωριά, νησιώτικους οικισμούς. Μας έδωσε ένα καταπληκτικό σύνολο από φωτογραφίες αρχαίων ναών, μνημείων και αρχαιολογικών τόπων, αντίγραφα των οποίων κοσμούν το Προεδρικό Μέγαρο. Σε αυτές το φως συνομιλεί με τους μαρμάρινους όγκους, αναδεικνύοντας την ελαφράδα τους μέσα στο ελληνικό τοπίο, αλλά και την επιβλητικότητα της παρουσίας τους «που μας σκεπάζει ολόκληρους», για να χρησιμοποιήσω μια φράση του Γιώργου Σεφέρη από τον διάλογό του με τον Κωνσταντίνο Τσάτσο. Η ικανότητά της να αποδίδει την ενέργεια και τη μοναδικότητα των χώρων, τους οποίους απαθανάτιζε με τον φακό της, είναι εξάλλου έκδηλη και στην ενότητα των αρχιτεκτονικών, όπως θα μπορούσαμε να τις ονομάσουμε, φωτογραφιών της από τη Νέα Υόρκη».
«Εκφράζοντας με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο μια ιδέα για την ελληνικότητα κυρίαρχη κατά τη δεκαετία του 1930, την αξιοποίηση, δηλαδή, και την ανάδειξη των βαθύτερων και αναλλοίωτων στον χρόνο στοιχείων της ελληνικής ιδιοπροσωπίας, η Nelly’s έθεσε με τον δικό της, απόλυτα αναγνωρίσιμο τρόπο, το ζήτημα της ισορροπίας νεωτερικότητας και παράδοσης. Στο έργο της, το παρελθόν χάνει την άκαμπτη στερεότητά του, καθώς ανανεώνεται, μετασχηματίζεται και αναδημιουργείται σε ένα παρόν το οποίο έχει πάντοτε την προτεραιότητα. Οι αναφορές της στην κλασική παράδοση είναι μεν σταθερές αλλά ποτέ στατικές. Γεφυρώνοντας τη διάσταση ιστορικού και αισθητικού στοιχείου, το «ελληνοκεντρικό» έργο της εκφράζει ταυτόχρονα την αιωνιότητα και την παροδικότητα, την ουσία και τον μετασχηματισμό. Αυτή νομίζω είναι και η σημασία της προσφοράς της, πέρα από την καλλιτεχνική και τεκμηριωτική αξία των εικόνων της: ότι άντλησε από την αρχετυπική μήτρα του ελληνισμού για να δημιουργήσει ένα ολοζώντανο, πολυσύνθετο, και εμφατικά ριζωμένο στο παρόν φωτογραφικό έργο.
Θα ήθελα να συγχαρώ το μουσείο Μπενάκη που σήμερα, 25 χρόνια μετά τον θάνατο της Nelly’s, την επανασυστήνει στο σύγχρονο κοινό, παρακολουθώντας δημιουργικά την πλούσια, ελεύθερη και ανήσυχη καλλιτεχνική διαδρομή αυτής της κλασικής και ταυτόχρονα μοντέρνας ελληνίδας και ευρωπαίας φωτογράφου», ανέφερε στον χαιρετισμό της η Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Η έκθεση
Η πρώτη φωτογραφία της Νέλλης που έρχεται στο νου είναι η εμβληματική της Ρωσίδας χορεύτριας Ελιζαμπέτα Νικόλσκα, την οποία απαθανατίζει γυμνή με αραχνοΰφαντα πέπλα τη στιγμή ενός άλματος να αιωρείται μπροστά στους κίονες του Παρθενώνα, το 1930. Δεν είναι η μόνη φωτογραφία της Νέλλης που έκοψε την ανάσα της συντηρητικής Αθήνας τον Μεσοπόλεμο.Είχε προηγηθεί εκείνη της πρίμα μπαλαρίνας Μόνα Παέβα, ολόγυμνη, σε συγκρατημένες χορευτικές κινήσεις ανάμεσα στις αρχαιότητες της Ακρόπολης, προκαλώντας βαθιά αναστάτωση το 1925, σε σημείο να κάνουν λόγο για προκλητική βεβήλωση του ιερού μνημείου.Κι αν ο Παύλος Νιρβάνας δεν υπερασπιζόταν σε άρθρο του την φωτογράφο με το επιχείρημα ότι το γυμνό σώμα επαινέθηκε από τους αρχαίους Έλληνες, το ζήτημα δεν θα καταλάγιαζε.
Οι φωτογραφίες χορού και οι μελέτες γυμνού που επιδόθηκε από τα χρόνια των φωτογραφικών σπουδών της στην Δρέσδη, είναι μία από τις πολλές πτυχές του έργου της που αποκαλύπτει η έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη. Η ευρύτητα της ιδιοφυούς φωτογράφου γίνεται με άξονες τις τρεις πόλεις στις οποίες διαμόρφωσε το φωτογραφικό της βλέμμα: Δρέσδη, Αθήνα, Νέα Υόρκη. Με σχεδόν 350 φωτογραφίες, επιλεγμένες από το ογκώδες αρχείο της (περιλαμβάνει 50 χιλιάδες αρνητικά) εκπροσωπούνται οι διαφορετικές αισθητικές τάσεις που υιοθέτησε και τομείς που ασχολήθηκε κατά τη διάρκεια των σαράντα πέντε χρόνων ενασχόλησής της με το μέσο, αλλά και οι πειραματισμοί της στις τεχνικές φωτογραφίας.
Η δυναμική Νέλλη, προσφυγοπούλα από το Αϊδίνη της Μικράς Ασίας, αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές της στη Γερμανία όπου και γνώρισε τον μελλοντικό της σύζυγο, πιανίστα 'Αγγελο Σεραϊδάρη, ήρθε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1924 και άνοιξε μαζί με τον αδελφό της φωτογραφείο στην Ερμού, απ' όπου πέρασε η αστική τάξη της Αθήνας, καλλιτέχνες, και διανοούμενοι. Παράλληλα με την τέχνη του πορτρέτου φωτογράφισε κατ' αποκλειστικότητα τις Δελφικές Γιορτές του 1930 και αργότερα, στα μέσα της δεκαετίας του 30 συνεργάστηκε με το υφυπουργείο Τύπου και Τουρισμού γυρίζοντας την Ελλάδα και φωτογραφίζοντας την ελληνική ύπαιθρο, τους παραδοσιακούς οικισμούς και τους κατοίκους. Το 1936 παρακολούθησε τους Ολυμπιακούς αγώνες στο Βερολίνο τραβώντας φωτογραφίες από τις κερκίδες, φωτογράφισε βασιλιάδες και πρίγκιπες. Το 1939 έφυγε με το σύζυγο της στη Νέα Υόρκη και κατάφερε να εδραιωθεί στον χώρο του φωτογραφικού πορτρέτου.
Ανάμεσα στις φωτογραφίες της αμερικανικής περιόδου ξεχωρίζουν πορτρέτα ξένων ηθοποιών, η κοινωνική ζωή της ελληνικής παροικίας, αλλά και οι ουρανοξύστες που φωτογράφισε γοητευμένη από τους τεράστιους όγκους και τη μορφή νεωτερικότητας τους. Η ίδια επέστρεψε οριστικά στην Ελλάδα το 1966.
«Η Νέλλη ήταν απλή και οραματική, χωρίς ίχνος έπαρσης, αντιλαμβανόταν τον κόσμο απλά όμως του απέδιδε πνευματικό βάθος υπό τολμηρές οπτικές γωνίες. Φωτογράφισε τις Καρυάτιδες σαν κορίτσια της διπλανής πόρτας, με τα μαλλιά συγκρατημένα χαμηλά στον λαιμό σα να τα θωπεύει το αεράκι της Αττικής» χαιρέτησε την έκθεση η δημοσιογράφος Μαρία Καραβία, η οποία γνώρισε τη Νέλλη στη Μεταπολίτευση και έγραψε αρκετές φορές για το έργο της στην Καθημερινή, με την προτροπή της Ελένης Βλάχου.
Την έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη, επιμελείται η Αλίκη Τσίργιαλου, υπεύθυνη των Φωτογραφικών Αρχείων του Μουσείου Μπενάκη, και τον σχεδιασμό της η αρχιτέκτονας Ναταλία Μπούρα. Θα διαρκέσει έως τις 23/7
Η έκθεση συμπίπτει με τη συμπλήρωση των πενήντα χρόνων από την ίδρυση των Φωτογραφικών Αρχείων του Μουσείου Μπενάκη. Αφιερώνεται στον 'Αγγελο Δεληβοριά και την Αιμιλία Γερουλάνου, εγγονή του Αντώνη Μπενάκη, στην οποία ανήκει η ιδέα της δημιουργίας, το 1973 , ενός ξεχωριστού τμήματος στο Ίδρυμα, αφιερωμένου στη συγκέντρωση, διαφύλαξη και προβολή της έως τότε παραμελημένης φωτογραφικής κληρονομιάς. Σταθμός στην εξέλιξη του τμήματος υπήρξε η δωρεά του αρχείου της Βούλας Παπαϊωάννου και αργότερα, της Nelly's.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕΔιαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.