Το μίσος σαν πολιτικό όπλο

Ο ΣΥΡΙΖΑ μας έχει συνηθίσει στις προσωπικές επιθέσεις. Είναι μια πάγια τακτική να προσπαθεί να διαβάλει τα πρόσωπα όταν χάνει την μάχη των ιδεών. Από πολλές πλευρές ωστόσο η επίθεση του πρωθυπουργού στον κ. Λουκά Παπαδήμο είναι ανεξήγητη. Είναι ανεξήγητη πολιτικά καθώς ο κ. Παπαδήμος είναι πια εκτός πολιτικής. Έχει γίνει πρόεδρος της Ακαδημίας και έχει επιστρέψει στα πανεπιστημιακά του καθήκοντα. Είναι διπλά ανεξήγητη αν αναλογιστούμε ότι αυτή η αριστερά, ως Συνασπισμός, έχει υποστηρίξει έναν άλλο «τραπεζίτη», τον κ. Ξενοφώντα Ζολώτα για πρωθυπουργό. Υπουργός τότε ήταν ο κ. Δραγασάκης και κανένας δεν διανοήθηκε ποτέ να μιλήσει για ευτελισμό της Δημοκρατίας. Είναι ανεξήγητη όμως και σε ανθρώπινο επίπεδο καθώς ο κ. Παπαδήμος έπεσε θύμα τρομοκρατικής επίθεσης. Ο κ. Τσίπρας δεν βρήκε βέβαια τον χρόνο να τον πάρει έστω ένα τηλέφωνο, αν όχι από αβροφροσύνη τουλάχιστον αναγνωρίζοντας ότι η προστασία της ζωής των πολιτών, πόσο μάλλον ενός πρώην πρωθυπουργού, όπως και η αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, είναι ευθύνη της κυβέρνησης. Στοχοποιώντας τον, με τόσο άκομψο τρόπο μάλιστα, έδειξε ότι δεν σέβεται ούτε τους στοιχειώδεις κανόνες ευπρέπειας και ανθρώπινης αλληλεγγύης στη δημόσια συμπεριφορά του.

Το ερώτημα όμως παραμένει. Γιατί αυτή η επίθεση από τον κ. Τσίπρα; Γράφτηκε ότι έγινε από φθόνο. Ότι καθώς είναι ο ίδιος παιδί του κομματικού σωλήνα, χωρίς ιδιαίτερες γνώσεις και χωρίς να έχει ποτέ διακριθεί επαγγελματικά δεν μπορεί να ανεχθεί την αριστεία. Πόσο μάλλον έναν από τους πιο διακεκριμένους Έλληνες οικονομολόγους με διεθνή καριέρα όπως ο Λουκάς Παπαδήμος. Μπορεί να είναι κι έτσι, άβυσσος η ψυχή, αν και μέχρι τώρα ο κ. Τσίπρας έχει δείξει ότι μάλλον θαμπώνεται από όσους θεωρεί ικανότερους του. Ο τρόπος που εμπιστεύθηκε τον Βαρουφάκη αυτό έδειξε.

Η μόνη λογική εξήγηση που μπορώ να βρω στην επίθεση του πρωθυπουργού είναι η προσπάθεια του να δημιουργήσει διαχωριστικές γραμμές, αυτό το περίφημο ή εμείς ή αυτοί. Πρόκειται βέβαια για μια πολύ συνηθισμένη πρακτική στην πολιτική. Όλα τα κόμματα στο παρελθόν κατέφευγαν στην πόλωση όταν έπρεπε να συσπειρώσουν τους οπαδούς τους. Η ειδοποιός διαφορά σήμερα είναι ότι οι διαχωριστικές γραμμές δεν στήνονται μόνο ή τόσο πολιτικά, όσο κοινωνικά και ταξικά. Επιχειρείται να στηθεί η αντιπαράθεση πάνω σε μια βάση ταξικού μίσους όπου οι άλλοι είναι όλοι όσοι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο διαφέρουν από τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή. Το ότι το όλο σχήμα είναι υποκριτικό, ότι στο ΣΥΡΙΖΑ και την κυβέρνηση μετέχουν πολλοί εκπρόσωποι της πολιτικής, οικονομικής και μορφωτικής ελίτ, είναι αδιάφορο. Το ζήτημα είναι να φιλοτεχνηθεί η καρικατούρα του άλλου, τα καλόπαιδα των κολλεγίων με τις οφ σορ, την φοροασυλία, αυτοί που κινούνται υπεράνω του νόμου και φυσικά περιφρονούν τον απλό άνθρωπο. Αυτόν που είναι τώρα «στο τιμόνι μαζί μας». Η κρίση βοήθησε να δημιουργηθούν πολλά τέτοια στερεότυπα, ο θυμός είναι πάντα κακός σύμβουλος και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε τον παραμικρό ενδοιασμό να τον εκμεταλλευτεί. Ο πόλεμος στην αριστεία, ο Καρανίκας, η κατάρα της καριέρας, εντάσσονται όλα στην εξιδανίκευση της παραίτησης. Κι ο Πολάκης, με αυτή την έννοια, δεν είναι ένα περιθωριακό μέλος της κυβέρνησης, μια ανορθογραφία, αλλά το βαρύ πυροβολικό της. Ο Παπαδήμος όπως και ο Στουρνάρας ήταν απλώς βολικοί στόχοι.
Πηγή: Παντελής Καψής