Η δίκη για το Μάτι και το κοινό περί δικαίου αίσθημα

Η απόφαση του Δικαστηρίου για το Μάτι, λόγω της επιεικούς ποινής, προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών. Κι αυτό, γιατί πρόσβαλε το κοινό περί δικαίου αίσθημα των πολιτών, που απαιτούσε αυστηρότερη τιμωρία των υπαιτίων.

Η απόφαση του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που δίκασε τους υπαιτίους του εμπρησμού και των 102 ανθρωποκτονιών από αμέλεια της πυρκαγιάς στο Μάτι, λόγω της επιεικούς ποινής των κατηγορούμενων στρατηγών της Πυροσβεστικής και ιδίως της χρηματικής εξαγοράς της, προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών και επεισοδίων εκ μέρους όχι μόνο των συγγενών των θυμάτων, αλλά και της κοινής γνώμης. Κι αυτό, γιατί πρόσβαλε το κοινό περί δικαίου αίσθημα των πολιτών, που απαιτούσε αυστηρότερη τιμωρία των υπαιτίων.

Έτσι γεννιέται το ερώτημα τι είναι το κοινό περί δικαίου αίσθημα: Πρόκειται για μια αόριστη έννοια ψευδεπίγραφα νομική, που αναφέρεται όχι στο θετό δίκαιο (lege lata) ούτε στο θετέο δίκαιο (lege ferenda), αλλά στο τι θεωρείται στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή και τόπο από μια αόριστη κοινωνική ομάδα ως δίκαιο.

Το κοινό περί δικαίου αίσθημα που απηχεί την κοινή γνώμη χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει ή να αποδοκιμάσει συγκεκριμένη πράξη ή να ασκηθεί πίεση για την έκβαση κάποιας δίκης ή τη χειραγώγηση πολλές φορές για λογούς πολιτικούς του πλήθους ή στη δημιουργία καταστάσεων και εντυπώσεων. Είναι συνεπώς ένα κατ’ εξοχήν δημαγωγικό μέσο. Σαφώς αποτελεί μέγεθος μετρήσιμο δια δημοσκοπήσεων, αλλά με αποτέλεσμα εφήμερο, γιατί η κοινή γνώμη μεταβάλλεται εύκολα και ποδηγετείται από τα ΜΜΕ. Πολλές φορές, όμως, δίνει αφορμή για νομοθετικές πρωτοβουλίες για τη θέσπιση κανόνα δικαίου, όχι όμως για την εφαρμογή μιας διάταξης για την οποία απαιτείται κυρίως η αποδοχή της, τροποποίηση, ή κατάργηση κανόνων δικαίου. Επίσης, χρησιμοποιείται συχνά αυθόρμητα ή κατευθυνόμενα με συγκεντρώσεις πολιτών για να αποτραπεί μια νομοθετική ρύθμιση ή για την άσκηση πίεσης σε δίκες με πολιτική ή κοινωνική σημασία. Στην περίπτωση της παραπάνω απόφασης πρόσβαλε πανελλήνια το κοινό περί δικαίου αίσθημα, γιατί ο μέσος μη ειδικός πολίτης δεν μπορούσε να αντιληφθεί, πώς είναι δυνατόν ένας δράστης 102 ανθρωποκτονιών να τιμωρείται με 5 χρόνια φυλάκιση όσο τιμωρείται ο φόνος μιας γάτας ή σκύλου. 

Μετά από κάθε ατυχή στιγμή ξεκινά η αναζήτηση ευθυνών, που στη συγκεκριμένη περίπτωση θα διερευνήσουμε μόνο τη δικαστική της διαδρομή. Μετά την πυρκαγιά στο Μάτι, το 2018, τον τραγικό θάνατο 102 ατόμων και τη διεξαγωγή προκαταρκτικής εξέτασης, ασκήθηκε από τον Εισαγγελέα κατά του δράστη του εμπρησμού, αξιωματικών της Πυροσβεστικής και πολιτικά πρόσωπα των ΟΤΑ, ποινική δίωξη για ανθρωποκτονία από αμέλεια κατά συρροή με μέγιστη κατά συγχώνευση ποινή τα 8 χρόνια φυλάκισης σύμφωνα με το άρθρο 94 του παλιού ΠΚ. Με το νέο ΠΚ (ν.4619/2019) τροποποιήθηκε το άρθρο 94 και όρισε ότι κατά συγχώνευση η ανώτερη εκτιτέα ποινή για τα πλημμελήματα είναι 5 χρόνια. Η ανάκριση ανατέθηκε σε τακτικό ανακριτή, που τρεις φορές ζήτησε τη μετατροπή της κατηγορίας σε βαθμό κακουργήματος, αλλά τρεις φορές το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών απόρριψε το αίτημα και έτσι όλοι οι κατηγορούμενοι παραπέμφθηκαν και δικάστηκαν για ανθρωποκτονία από αμέλεια. Με την πρόσφατη απόφαση κηρύχθηκαν αθώα όλα τα πολιτικά πρόσωπα ΟΤΑ, ενώ κηρύχθηκαν ένοχοι ο εμπρηστής, σε 3 χρόνια φυλάκιση, και οι στρατηγοί της Πυροσβεστικής στην ανώτατη που μπορούσε να επιβληθεί 5 χρόνια φυλακή, αλλά επιτράπηκε η μετατροπή της σε χρηματική αντί 10 ευρώ τη μέρα.

Μπροστά στον σάλο που προκάλεσε η απόφαση αυτή ανακοινώθηκε, ότι εξετάζεται η άσκησης έφεσης από τον Εισαγγελέα Εφετών. Το μόνο που μπορεί να προσβληθεί με την έφεση είναι να ακυρωθεί η διάταξη για τη μετατροπή της ποινής σε χρήμα, που αν γίνει δεκτό θα οδηγηθούν οι στρατηγοί στη φυλακή. Ο Υπουργός της Δικαιοσύνης επέρριψε την ευθύνη στον ΣΥΡΙΖΑ για τη ψήφιση του νέου ΠΚ και τις ευνοϊκές του διατάξεις. Σαφώς για την παραπάνω κατάληξη της υπόθεσης υπάρχουν συγκλίνουσες ευθύνες με κυριότερη του ΣΥΡΙΖΑ.

Σε μια δημοκρατική χώρα, όπου υπάρχει πραγματικά και όχι ψευδεπίγραφα κράτος δικαίου, κανένας θεσμός δεν μπορεί να λειτουργήσει κανονικά αν δεν απολαμβάνει τουλάχιστον ένα σεβαστό ποσοστό εμπιστοσύνης από τους πολίτες, που είναι μέγεθος μετρήσιμο με δημοσκόπηση. Κάθε θεσμός πρέπει να αξιολογείται κατά τακτικά χρονικά διαστήματα, ιδιαίτερα η δικαιοσύνη με μέτρηση της εμπιστοσύνης, που απολαμβάνει από τους πολίτες. Το 2010 ο καθηγητής Πανάς σε πανελλήνια έρευνα αξιολόγησε την Ελληνική Δικαιοσύνη σε εμπιστοσύνη των πολιτών σε ποσοστό 64%, που στη δημοσκόπηση της KR της 6-9-21 περιορίστηκε στο 15% και στην πρόσφατη της Public Issue διαμορφώθηκε σε 27%. Ελπίζω, όμως, να μη γίνει άμεσα νέα δημοσκόπηση, ώστε εν τω μεταξύ οι δικαστές με αξιόπιστες αποφάσεις, με αλλαγή νοοτροπίας και στάσης να προσπαθήσουν να ξανακερδίσουν τη χαμένη εμπιστοσύνη των πολιτών.

* Ο Λέανδρος Τ. Ρακιντζής είναι Αρεοπαγίτης ε.τ.